Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010

Η κόρη της μάνας που'χει ανύπαντρη κόρη της παντρειάς

Πιστεύεις κάποια στιγμή πως η μάνα-μητέρα-μαμά το πήρε απόφαση πως η ζωή που σχεδίαζε για την κόρη της,δεν είναι η ζωή που διάλεξε για τον εαυτό της η κόρη αυτοπροσώπως.
Αυτό γιατί μετά απο μια προηγηθείσα,μακρά και υπερενταντική περίοδο μίρλας αποτελουμενης εξ ευθέων προτροπων,αναθεμάτων,τρομοκρατικών παραθέσεων εικόνων μελλοντικής μοναξιάς και καταστροφής κι ακόμη απο συνεχείς συγκρίσεις με "καπάτσες" ομόφυλες συνομήλικες προς παραδειγματισμό,
απόπειρες προξενιού κ.α.,η μάνα-θύελλα κοπάζει...

Για ένα διάστημα,συντονισμένη με την προηγούμενη κατάσταση,αλλά καταφανώς αποδυναμωμένη,συνεχίζει πιο αραιά και με λιγότερη δριμύτητα τις ευθείες αναφορές στο θέμα της παντρειάς,αρχίζοντας παραλλήλως σιγά-σιγά τις εκπτωσεις στα προσόντα των φανταστικών γαμπρών-του-μπη.
Εγώ τη δικιά μου έρμη μάνα,σ'εκείνη τη φάση, την έθεσα μπροστά στο σενάριο-δίλημμα της διεκδίκησης μου απο έναν σκουπιδιάρη κι έναν ψαροπώλη της λαικής.
Έτσι,χάριν πειραματικής ψυχολογίας που λεει ο λόγος...
Ήταν έτοιμη-παρά το πρόσκαιρο σοκ που εκδηλώθηκε με άνοιγμα του στόματος και γούρλωμα των ματιών -ν'αποδεχτεί κι αυτήν ακόμη τη μοίρα για την πριγκηπέσσα κορούλα της,για την οποία προ ολίγων ετών κανείς δεν ήταν αρκετά καλός,εφόσον δεν ήταν αψηλός,αθλητικός,αρρενωπός μα και γλυκομίλητος συνάμα,μορφωμένος,ευκατάστατος,απο καλή οικογένεια, πανέξυπνος, σεμνός, προσγειωμένος μα και οραματιστής, πλακατζής, αλλά και μετρημένος στα λόγια, μεγαλοπρεπής και γενναιόδωρος, αλλά όχι και σπάταλος, εργατικός και τίμιος,αλλά όχι και μαλάκας,γοητευτικός,αλλά βράχος πίστεως, κοκ...
Όταν περάσει κι αυτό το στάδιο,άνευ αποτελέσματος(τα σταδια αυτά,περιττό να το πω,δε διαρκουν μέρες,ούτε βδομάδες και μήνες,αλλά 3-4 χρόνια το καθένα)φτάνουμε στο επόμενο.

Τότε,οι αναφορές στο επίμαχο ζήτημα αραιώνουν και μάλλον έχουν έναν τονωτικό χαρακτήρα-κατα το δοκουν της μάνας πάντα-για την αυτοπεποίθηση της κόρης.
"Εσύ νά'σαι καλά!"/"τον καλύτερο θα πάρεις"/"δεν ανησυχώ,ξέρεις εσύ" και άλλα τέτοια παρόμοια.
Είναι προφανές πως στο στάδιο αυτό η μάνα:
α.υποψιάζεται πως μπορεί να φέρει ευθύνη για την ανύπανδρο κατάσταση της κόρης γιατί ακολούθησε λάθος τακτική("λες αντιδραστικά το παιδί στο λεγε-λεγε να μην παντρευεται;")κι αποφασίζει να το παίξει φιλελευθερη για καλύτερα αποτελέσματα
β.Έρχεται αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο η κόρη να έχασε ήδη το τραίνο, οπότε επικρατεί η προστατευτική-παρηγορητική της ιδιότητα
Γινεται δε ιδιαιτέρως διακριτική και σε άμεση επαφή με την κόρη μόνο πλαγίως ρωτά πράγματα του στυλ, "ποιοι ήσασταν εκεί;"με την ελπίδα να ακούσει ένα καινούργιο αρσενικό έντρυ στη σύνθεση της παρέας,ή άμα σε πετυχει με κανα φίλο για καφέ,η χαρά της δεν κρύβεται,δεν πα να'ναι gay,παντρεμένος με 10 παιδιά ή παιδικός σου φίλος απο τα 3,η μάνα αναπτερώνεται και οι ελπίδες της λάμπουν στις κόρες των ματιών της,προσδίδοντάς του μια ιδιαίτερη σπιρτάδα.
Αυτά τα απ'έξω-απ'έξω στο τετ-α-τετ μάνας-κόρης,είπαμε,αλλά η αλήθεια είναι πως εντός της φλέγεται η μάνα,η καημένη κι έτσι με μεγάλη προσπάθεια,φαίνεται,παραμένει διακριτική,αλλά αλίμονο αν σε πετύχει με καναν σύμμαχο στον πόνο της,βλέπε μανα φίλης επίσης ανύπαντρης κόρης της παντρειάς!
Βλέποντας τα βοώντα συναισθήματά της να καθρεφτίζονται σε συμμαχικα
κι ομοιοπαθη ματια,ο φιμωμένος χείμαρρος των πρωτογενών της παρορμήσεων,βλέπει μια οπή διαφυγής και τότε ξεσπάει ορμητικά και σπάει το φράγμα της comme il faut σιωπής!
Μπορεί επιτέλους-έστω για λίγο!- να εκφραστεί ελεύθερα!
"Κοιμάστε,βρε,κοιμάστε!"αρχίζουν ενωμένες σε μια φωνή οι μανάδες,αμέσως μετά την καλημέρα κι όλοι ξέρουμε που αναφέρονται κι έπειτα στρέφονται με πάθος και καημό η μια στην άλλη:
-Τι θα γίνει μ'αυτά τα παιδιά,βρε Όλγα μου;
-Τι να πω βρε Λίτσα,θα σκάσω! Έχω μια γνωστή,δεν ξέρει να μιλάει!Κυριολεκτικά!Δεν ξέρει να μιλαει! Πήρε έέναν..Μα τι έναν! Έενα παλικάαρι!Καλόοος;Όχι καλός!Πάγκαλος!Κούκλος!Μηχανικός!Τις προάλλες τον γνώρισα!Θα σκάσω! Οι δικές μας τίποτααα;;"
"Ααααααχ!Κοιμούνται,Όλγα μου,κοιμούνται!
Και να πεις έχουν κανα κουσούρι;;; Τι δεν έχουν;Όλα τα'χουν! Αχ! Θα μας σκάσουν..."
Και μετά εν χορώ απευθύνονται στην κόρη-ακροάτρια:
"Ξυπνήστε,βρε!Ξυπνήστε!"

Το ύστατο στάδιο για τις λιγότερο συντηρητικές, ή τις πιο απελπισμένες μανάδες, ή τις πραγματίστριες, ή αυτές που υπήρξαν επι της ουσίας μίσανδρες(και τη μισή ζωή σου τις θυμάσαι να θαβουν τον πατέρα σου κι όλο τον ανδρικό πληθυσμό επι της γής,πλην αδερφου και ιδίου πατρός) και εν τέλει μπορούν να αντικρύσουν τη ζωή τους με ειλικρίνεια,είναι η προτροπή προς έναν γάμο(μαστίγιο) με άμεσο διαζύγιο(καρότο) στον ορίζοντα,αφού έχει προηγηθεί η τεκνοποίηση.
Αμέ!
"Πάρε εκεί έναν(μαλάκα) να κάνεις ένα παιδί και χωρισέ τον μετά!
Τι σε νοιάζει;"

Σ'αυτό το σημείο παυω ν'ανησυχώ για τον καημό της μάνας που έχει κορη της παντρειας κι αρχίζω ν'ανησυχώ σοβαρά για το μέλλον των ανδρών.
Και μου φαίνεται πως δε θ'αργήσει ο καιρός που τα cult λόγια κάθε ατιμασμένης κι απαρατημένης γκόμενας ελληνικής ταινίας: "τρύγησε τους χυμούς μου και με παρατησε σα στιμμένη λεμονόκουπα" θα κάνουν συντροφιά σε ανδρικά χείλη και θα εκφράζουν αυτό που τους συνέβη με διαβολική ακρίβεια!!

Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010

Ας ρίξουμε τώρα και μερικές...



Αν ο Κωστής Χατζηδάκης είχε την απρονοησία να εμφανιστεί πλησίον μιας διαδήλωσης με συνέπεια να τις φάει απο εξαγριωμένους πενηντάρηδες και εξηντάρηδες,αυτό ειναι συνέπεια δυο ενδεχόμενων:
Α.Είναι τελείως βλάκας
Β.Αισθάνεται αθώος
Μπορεί να ειναι βλάκας ο Κ.Χ ή να αισθάνεται αθώος ή και να είναι.
Το βέβαιο είναι πως την ίδια απρονοησία ή αφέλεια ή καλή πίστη δεν επέδειξε κανένας άλλος βουλευτής ή υπουργός εκείνη τη μέρα.
Ποιος θα το διανοούνταν;
Ποιος νυν ή τεως υπουργός,ποιο πρωτοκλασάτο στέλεχος ποιου κόμματος;
Θα αφήσω στην άκρη φυσιογνωμιστικές αναλύσεις για το πρόσωπό του,θα πω μόνο πως όποτε τον πετυχα στην τηλεόραση έμοιαζε να φέρεται ευγενικά,τουλάχιστον με την έννοια του να μη διακόπτει το συνομιλητή του.
Περιέργως βρίσκω μια αναλογία ανάμεσα στη στάση του κυρίου Χατζηδάκι και στη σταση κάποιων πολιτών απέναντι στο κράτος.
Εξηγούμαι. Δεν είμαστε όλοι οι πολίτες αθώοι.
Ένας παλιός συμφοιτητής μου της ακροαριστεράς με συμβουλευε κάποτε α.να τσιμπησω λίγο προς τα πανω τις τιμές και β.να μην κόβω αποδείξεις,γιατι το κρατος απλώς με κλέβει.
Όμως σίγουρα κόπτεται υπέρ της δημόσιας υγείας και παιδείας.
Απο το μετερίζι βέβαια του ιδιωτικού που αποκρύπτει εισοδήματα.
Είναι βέβαιο πως κάποιος που δεν αποκρύπτει εισοδήματα και δεν επιχειρεί να κλέψει απο το κράτος ή τους συμπολίτες του,θεωρείται,απο την πλειοψηφία του λαού μας,βλάκας.
Δικαίως.
Γιατί ποιος μένει τελικά εκτεθειμένος απέναντι στο κράτος;
Ποιος είναι το εύκολο θύμα στους χειρισμούς του;
Απο ποιον θα τα παρει;Ποιον θα τιμωρήσει;
Όποιον έχει την απρονοησία να είναι καλόπιστος απέναντί του.
Ο αθωοβλάκας.
Αυτός είναι πάντα ο πιο ανυπεράσπιστος,είτε είναι πολίτης,είτε πολιτικός.
Είναι το βολικό θύμα των υπόλοιπων που ειναι οι αδικημένοι,με εισαγωγικά ή χωρίς,πάντως,ας μην ξεχνάμε το εξής:
Η Ελλάδα κατοικείται σχεδόν εξ'ολοκλήρου απο αδικημένους.
Γιατί όλοι είμαστε αδικημένοι σε σχέση με τις προσδοκίες της μάνας μας.
Και όλοι παραμένουμε εγκλωβισμένοι σε μια ιδιότυπη νηπιακή ηλικία στην οποία δικαιούμαστε να είμαστε βασιλιάδες ("δικό μου ειναιαι!!") και σ'έναν άκρατο υποκειμενισμό που μας καθιστά τελείως ανυπόστατους,ανεύθυνους και ασύδοτους("δε φταιω εγω"),όπως ακριβώς όταν σταματάμε στη μέση του δρόμου με αλάρμ για τσιγαρα στο περίπτερο και λέμε σ'αυτόν που μας κορνάρει:"πως κανεις έτσι,ρε φίλε;;",ενώ στο αμέσως επόμενο λεπτό κορνάρουμε σ'αυτόν που έχει σταματήσει μπροστά μας με αλάρμ για τσιγάρα στο αμέσως επόμενο περίπτερο.
Όταν κάθε ψήγμα λογικής απουσιαζει παντελώς απο τη ζωή μας και τη συναλλαγή μας με τους υπόλοιπους,είναι δυνατόν να συνεννοούμαστε;
Τόσοι παραφουσκωμένοι εγωισμοί και τόση θεοποίηση του τρέχοντος κάθε φορά συναισθήματος για την αιτιολόγηση κάθε πράξης συνιστουν μια άκρως εκρηκτική γόμωση(όπως αποκαλούσε κι η Βιρνα Δρακου το ουίσκι!) και φυσικά σ'αυτό το πλαίσιο,είναι βεβαιο πως οι πιο "αισθηματίες",θα ξεσπουν κραυγαλέα στους πιο ήπιους.
Τους αθωοβλάκες κάθε κατηγορίας.
Η αναλογία λοιπον ειναι ακριβής.
Κράτος τιμωρείς τους αθωοβλάκες των πολιτών σου,έτσι κι εμείς τιμωρούμε τους αθωοβλάκες πολιτικούς.
Οι έξυπνοι ξέρουν πως να μην τις τρώνε,ούτε απ΄το ματατζή,ούτε απ΄τον εξαγριωμένο πενηνταρη.
Survival of the fitτest,λοιπον.
Και ποιος είναι αυτός,ουτε που θέλω να ξέρω!
(Αλλά υποψιάζομαι αυτός που κάνει κουμάντο και τώρα...)

Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

Kosmos by Reha Erdem



Σ'ένα συνοριακό χωριό της Τουρκίας που μοιάζει να'χει ξεμείνει μερικές δεκαετίες πίσω απο τον κόσμο,τρέχοντας σαν κυνηγημένος μέσα στα χιόνια φτάνει ο Battal,ένας αλλόκοτα αθώος (ή ίσως ελεύθερος)άνθρωπος που μοιάζει
να μην έχει καμια συναίσθηση των κοινωνικών συμβασεων.
Είναι γεμάτος απορία,πάθος και συμπόνοια και κάθε του συναίσθημα καθρεφίζεται με ακρίβεια στα μάτια του.
Ο Battal ερωτεύεται με παθιασμένη χαρά,κανει έρωτα με την ψυχή του,στενοχωριεται με τη λύπη των ανθρώπων,κάνει θαύματα,τρέφεται μοναχά με ζάχαρη κι απαντά κατα κανόνα με χωρία απο το Κοράνι(;) στις ερωτήσεις που του κάνουν.
Δε δουλευει,όμως περιέργως πανω του βρίσκονται λεφτά για να παραγγείλει το τσάι του,απ'τη στιγμή που ο καφετζής αρνείται να του το προσφέρει τζάμπα.
Μια σειρά απο διαρρήξεις συμβαίνει στα μαγαζάκια του ήσυχου χωριού,ενώ συζητείται το θεμα του ανοίγματος των συνόρων και,για όσους διαφωνουν, αυτό είναι ένα συμβάν που χρησιμοποιείται ως ζωντανό επιχείρημα:
"Οι ξένοι θα διαταράξουν την ηρεμία και την ηθική ταξη"
Το πρόσωπο του διαρρήκτη δεν το βλέπουμε ποτέ,ωστόσο δεν έχουμε πολλές αμφιβολίες για το ποιος είναι.
Ο Battal που σφράγισε την είσοδο του μ'ένα θαύμα,φευγει κυνηγημένος μετά απο δυο θανάτους και πριν προλάβει να ολοκληρώσει το τελευταίο του ίσως θαυμα(ουτε αυτό το μαθαίνουμε).
Η ταινία εκτυλίσσεται αποκλειστικά μέσα στο δριμύ ψύχος ενός χιονισμένου χειμώνα.
Σχεδόν νιώθεις το κρύο(ή μπορεί ενδεχομένως η ανάμνηση απο το προηγούμενο βράδυ στην αίθουσα Φριντα Λιάππα που δεν είχε θέρμανση και καθόμασταν με τα κασκολ και τους σκουφους ξεπαγιάζοντας να ήταν ακόμη πολύ νωπή!)
Η φωτογραφία είναι ένα ποίημα,η μουσική συνοδευει εξαιρετικά κι ο πρωταγωνιστής έχει γίνει αυτός που υποδύεται!
Θα μπορούσε να ήταν ελαφρώς μικρότερη σε διάρκεια,όμως εμένα προσωπικά δεν με χάλασε καθόλου.
Θα προσθέσω πως κάθε φεστιβαλ για μένα κλείνει με μια τούρκικη ταινία που με αποζημιώνει για τις μούφες που έφαγα κατα τη διάρκειά του,σκεφτόμενη το "Γάλα" του Καπλάνογλου το οποίο πίστευα ότι είδαμε πέρυσι,αλλά ήταν πρόπερσι τελικά.
Παρόλαυτά το θυμάμαι σαν να'ταν περσινό.
Κάτι τέτοιο,φανταζομαι, θα συμβεί και με το Kosmos.
Αν κατι δε θα ξεχάσω στα σίγουρα,αυτό είναι η πρωτόγονη δύναμη και η λαχτάρα που είχαν οι ενθουσιώδεις κραυγές με τις οποίες επικοινωνεί το αλλόκοσμο ζευγάρι των πρωταγωνιστών.

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Δεν ξέρω



-Θέλεις;
-Δεν ξέρω...
-Δεν θέλεις;
-Δεν ξέρω...
-Ποιος ξέρει,τότε;
-Δεν ξέρω...
-Γέρασες;
-Όχι...
Δεν ξέρω...
Άσε με.Δεν ξέρω.
Έτσι μεγάλωσα.
Συρρικνώνοντας αναγκες κι επιθυμίες,μέχρι άγνοιας.
-Μπορεί να΄σαι στο δρόμο προς τη σοφία,τότε...
(παύση)
-Με δουλευεις;;
-Δεν ξέρω...

Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2010

Als das Kind,Kind war...



Αls Kind Kind war,
ging es mit hängenden Armen,
wollte der Bach sei ein Fluß,
der Fluß sei ein Strom,
und diese Pfütze das Meer.

Als das Kind Kind war,                                    
wußte es nicht, daß es Kind war,
alles war ihm beseelt,
und alle Seelen waren eins.
Als das Kind Kind war,
hatte es von nichts eine Meinung,
hatte keine Gewohnheit,
saß oft im Schneidersitz,
lief aus dem Stand,
hatte einen Wirbel im Haar
und machte kein Gesicht beim fotografieren.

Als das Kind Kind war,
war es die Zeit der folgenden Fragen:
Warum bin ich ich und warum nicht du?
Warum bin ich hier und warum nicht dort?
Wann begann die Zeit und wo endet der Raum?
Ist das Leben unter der Sonne nicht bloß ein Traum?
Ist was ich sehe und höre und rieche
nicht bloß der Schein einer Welt vor der Welt?
Gibt es tatsächlich das Böse und Leute,
die wirklich die Bösen sind?
Wie kann es sein, daß ich, der ich bin,
bevor ich wurde, nicht war,
und daß einmal ich, der ich bin,
nicht mehr der ich bin, sein werde?


Όταν το παιδί ήταν παιδί,
πηγαινε με τα χέρια κρεμασμένα
ήθελε η όχθη να'ναι ποτάμι
το ποτάμι χείμαρρος
και τούτη δω η λιμνούλα, η θάλασσα

Όταν το παιδί ήταν παιδί,
δεν ήξερε πως είναι παιδί,
όλα είχαν ψυχή
κι όλες οι ψυχές ήταν μια

Όταν το παιδί ήταν παιδί,
δεν είχε για τίποτα γνώμη,
καμιά συνήθεια,
καθόταν συχνά ανακούρκουδα,
έτρεχε ξαφνικά
είχε στα μαλλιά έναν στρόβιλο
και δεν έκανε καμιά γκριμάτσα στις φωτογραφίες

Όταν το παιδί ήταν παιδί,
ήταν ο καιρός των παρακάτω ερωτήσεων:
Γιατί εγώ είμαι εγώ,κι όχι εσυ;
Γιατί είμαι εδώ κι όχι εκεί;
Πότε ξεκίνησε ο χρόνος και που τελειώνει ο χώρος;
Δεν είναι η ζωή κάτω απο τον ήλιο απλώς και μόνο ένα όνειρο;
Δεν είναι αυτά που βλέπω κι ακούω και μυρίζω απλώς και μόνο
η αντανάκλαση ενός κόσμου μπροστά απο αυτόν τον κόσμο;
Υπάρχει πραγματικά το Κακό κι
υπάρχουν στ'αλήθεια άνθρωποι που'ν'οι κακοί;
Πώς γίνεται που εγώ,που είμαι εγώ,
πριν υπάρξω να μην υπήρχα
και πώς κάποτε
εγώ,που είμαι εγώ,δε θα'μαι πια;

Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

Νότια των συνόρων,δυτικά του ήλιου

Αυτά τα βιβλία που γράφει ο Μουρακάμι,θα ήθελα να τα έγραφα εγώ.
Οι εμμονές των ηρώων του με τις καμπές του παρελθόντος που πάντα παρέρχεται οριστικά,αφήνουν στο παρόν μια επίγευση πίκρας των κάποτε ματαιωμένων δυνατοτήτων,όλων αυτών που ο παρελθών χρόνος καταντάει αδύνατα μέχρι που κι οι αναβιώσεις των αναμνήσεων ξεθωριάζουν κι αυτές.
Η στροφή στο πραγματικό τώρα που στερείται την έμπνευση του "τώρα"της εφηβείας ή της πρώτης νιότης. Η ενηλικίωση.
Οι ήρωες του Μουρακάμι ξεκινουν τη ζωή τους όπως όλοι μας με μια παράξενη μυστικιστικά σημαδεμένη εφηβεία που ανοίγει τις πύλες μιας πίστης και της προσμονής για μύηση στη ζωή,σαν αυτή να'ταν ένα πάντα συναρπαστικό κι εναλλασσόμενο τοπίο γεμάτο αισθήσεις κι ηδονές,γεμάτο συναισθήματα κι ιδιωτικούς ανθρώπινους κόσμους συγκλονιστικούς που πρέπει να ξεκλειδώσεις,ένα σωρό υποσχέσεις για κόσμους που αλλάζεις κι αλλάζουν με τη σειρά τους το δικό σου.
Η ζωή σαν ηλεκτρισμένη αλληλουχία συναντήσεων,αλλαγών κι εξέλιξης.
Μέχρι τη μέρα που όλα αυτά φαντάζουν πλέον αρετές ενός άλλου κόσμου,ή ελπίδες ενός άλλου ανθρώπου που δεν υποψιαστηκε πως όλα μα όλα οδηγουν στο ίδιο τέλος στο ίδιο σημείο,στο ίδιο τέλμα του ίδιου εαυτού.
Υπάρχει βέβαια πάντα κάποιος άλλος που έχει ζήσει αλλιώς.
Που έχει αποτελέσει έμπνευση και μυστήριο.
Που έχει εξαφανιστεί και δεν μαθαίνουμε ποτέ τι απέγινε.
Ή που απαρνήθηκε τη ζωή,χωρίς κανείς να καταλαβαίνει ακριβώς γιατί.
Κάποιος που έχει απαρνηθεί τα πραγματικά όρια και τους πραγματικους περιορισμούς μιας πραγματικής ζωής.
Αλλά αυτός δεν είναι ο αφηγητής.
Αυτός δεν είμαστε εμείς...

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010

Επιστροφή στο φθινόπωρο

Σήμερα μ'έπιασα να ψάχνω με φούρια στον κατάλογο των επαφών του κινητού μου το όνομα κάποιου άνθρώπου,που δεν υπήρχε.
Όχι ότι ήταν κανας γκόμενος και εξαφανίστηκε ή κανας φίλος που πέθανε.
Μη φαντάζεσαι τέτοια.
Έψαχνα να βρω ένα όνομα με αντιστοιχία στο λήμμα σωτήρας, ή γκουρούμάγος της φυλήςσοφή Ινδιάνα.
Όταν το κατάλαβα,σταμάτησα να ψάχνω.
Μετά έβηξα,σβήνοντας το τσιγάρο μου, κι άκουσα παράλληλα μερικά "γρρρ,χχχρ",δευτερες φωνές απο το θώρακα και σκέφτηκα πάλι
να κόψω το κάπνισμα/να κάνω δίαιτα/να πίνω νερό/να τρωω φρούτα και λαχανικά.
Ως το βράδυ θα τα'χω ξεχάσει.
Ο ύπνος μου δεν με ξεκουράζει,ούτε κι η δουλειά μου με κουράζει αρκετά.
ΤΩΡΑ: Η Καραβάτου κι ο Παπανώτας μας υπενθυμίζουν να μην ξεχνάμε το Πολυτεχνείο,ενώ ενημερώνουν πως ο κρητικός απειλεί να αφήσει το Big Brothel.
Σ'αυτήν την επέτειο,σκέφτομαι,θα θελα να κατέβω στο δρόμο και να τα κάνω μπάχαλο.
Εγώ,η ήρεμη,φιλήσυχη,φιλειρηνική και καλόβολη ύπαρξη,θέλω  να τα σπάσω. Όλα.
Ίσως επειδή στο λήμμα σωτήρας δε βρήκα τίποτα.

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

Μακάρι,Μπουτάρη...

Μακάρι,Μπουτάρη,έστω και λίγο κάτι ν'αλλάξεις στην αισθητική αυτής της πόλης.
Εγώ τη Δευτέρα ξύπνησα περιχαρής,πάντως. Δεν είχα καταλάβει πως θα χαιρόμουν.
Την Κυριακή κόντεψα να ξεχάσω να ψηφίσω.
Ήμουν βέβαιη πως η παράδοση καλά θα κρατούσε και θα ξυπνούσα με Γκιουλέκα δήμαρχο.
Η ψήφος μου στο Μπουτάρη δεν ήταν πολιτική,αλλά αισθητική.
Όποιος ζει στη Θεσσαλονικη,μάλλον θα το καταλαβαίνει καλύτερα.
Όποιος άκουγε επι χρόνια την παιδαριώδη όσο κι εμετική φραση "η Θεσσαλονίκη ΜΑΣ" απο τα σαλιωμένα χείλη του Κοσμόπουλου κι έπειτα απο τη νωθρή γλώσσα του Παπαγεωργόπουλου.
Αυτό το "ΜΑΣ" πάντα κολλημένο μετά τη Θεσσαλονίκη,έτσι που να θυμίζει έκθεση δημοτικού απ'τη μια κι απο την άλλη να αποουδετεροποιεί την υπόσταση της πόλης. 
Η Θεσσαλονίκη ΜΑΣ κανει τη γιορτή των αγγέλων,η Θεσσαλονίκη ΜΑΣ εκκλησιάζεται κάθε Κυριακή,η Θεσσαλονίκη ΜΑΣ με την ΤιΒι100,η Θεσσαλονίκη ΜΑΣ με τους βλαχοκυριλέδες της πλατείας Αριστοτέλους,η Θεσσαλονίκη ΜΑΣ με την Αγία Τριάδα "Μπότα-Ανταύγεια-Γυαλί μάσκα",η Θεσσαλονίκη ΜΑΣ  κι η Μακεδονία ΜΑΣ,βοήθειά ΜΑΣ!
Εγώ λοιπον,προσωπικά ομιλώντας-αλλά ξέρω κι άλλους του αυτού σκεπτικού-δεν ψήφισα το μνημόνιο,ούτε τον Γιωργάκη,ούτε τον Κουβέλη ούτε κανέναν άλλον.
Για μένα ήταν σαφές. Είτε ψηφίσεις με αυτό το κριτήριο είτε με τ'άλλο,είτε απέχεις,είτε δεν απέχεις,ό,τι διάολο και να κάνεις,είναι βέβαιο πως θα σε ερμηνεύσουν όπως θέλουν οι γνωστοί μαλάκες όλων των κομμάτων. Θα τους φας στη μάπα και θα μάθεις τι σημαίνει η ψήφος σου ή η αποχή σου απο τηλεοράσεως.
Αυτό που θα μείνει είναι ο δήμαρχος με τον οποίο θα ξημερώσεις.
Γιαυτό,για καθαρά αισθητικούς λόγους ψήφισα Μπουτάρη που τον έβλεπα λιγάκι χλιαρά,μέχρι που βρίστηκε με τον Άνθιμο. Και σκέφτηκα πως μπορεί να έπρεπε να το παίξει μετριοπαθής,αλλά η αποψή του είναι αυτή,κι ας πήγε για εκκλησιασμό για να επιδείξει "καλή διαγωγή",η ουσία είναι πως θεωρεί τον Άνθιμο μουτζαχεντίν.
Δε θα μπορεί να πει "η εκκλησία ΜΑΣ" και να στάζει το στόμα του μέλι και σάλια.
Αυτό και μόνο μου αρκεί.
 Το να μην ακούω απο λιγωμένα χείλη "η Θεσσαλονίκη μας" κι "η εκκλησία μας",προς το παρόν μου αρκεί και μ'ανακουφίζει.
Δεν το περίμενα και χάρηκα,όπως ξέρω πως χάρηκαν,χωρίς κι οι ίδιοι να το περιμένουν, και κάποιοι που την Κυριακή απο άποψη απείχαν.
Κρατάω μικρό καλάθι,αλλά νιώθω πως μέσα μου απροσδόκητα έχει ξυπνήσει μια μικρούτσικη ελπίδα.
Απεξάρτησης της Θεσσαλονίκης.Χωρίς "ΜΑΣ",χόουπφουλυ...

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2010

Πολεμώντας με την αναγούλα...

Μετά την πολύωρη έκθεση μου στην χτεσινή τηλεανάλυση των εκλογών, σημερα εκτέθηκα και στη βλακεία ενός μικροπαράγοντα της νεας δημοκρατίας που τυγχάνει πελάτης μου και μέσα στην αφέλεια του μου περιέγραφε πώς ενδοκομματικά προσπαθουν να βγάλουν απ'τη μέση τους αντιπάλους τους με την ευκαιρία των δημοτικών εκλογών και πως συσκέπτονται μέσα στα μαυρα μεσάνυχτα για να βρουν το κατάλληλο σύστημα εξόντωσης τάζοντας τη στηριξή τους ποτε εδώ και ποτε εκεί,προγραμματίζοντας να φάνε τα μούτρα τους οι άλλοι.Οι μέσα άλλοι.Όχι του ΠΑΣΟΚ.
Ούτε που καταλάβαινα τι μου έλεγε,αλλά ήταν σαν να ακουω περιγραφή χαρτοπαιγνίου. Λεφτά,μπλόφες,δολοπλοκίες και μεγάλα κόλπα...
Ή ακόμη χειρότερα,σκεφτόμουν σκοτεινά μεσαιωνικά σκηνικά,βυζαντινές ίντριγκες,ανθρώπους με κουκούλες και δαυλούς να περιφέρονται μέσα σε βρεγμένα δυσοιωνα σοκάκια μες στη βαθειά ασέληνη νύχτα και μαχαιρωμένα πτώματα να ξεβράζει σιωπηλά η θάλασσα το επόμενο πρωί...
Αηδίασα...
Μου'πε κι άλλα...
Εικονικά τιμολόγια και ξέπλυμα χρημάτων,χρήματα του αέρα,παντού χρήματα,βρωμερά κι απαίσια χρήματα και χορτάτοι λιγούρηδες,άπληστοι καργιόληδες ν'ακολουθουν την οσμή τους...
Δεν καταλάβαινα τι μου έλεγε.Δεν ήθελα κιόλας.Αρνιόμουν να καταλάβω.
Τα κόμματα ζέχνουν.
Απ'την κοινωνία διαλέγουν τους χειρότερους,τους φτηνότερους,τους πιο βρώμικους,τους αδίστακτους,τις αμοιβάδες...
Να πτωχεύσουμε.
Τώρα.
Άμεσα.
Να ψοφήσουμε πρώτα όλοι οι υπόλοιποι κι έπειτα να ψοφήσουν κι όλα τα παράσιτα. Είναι βέβαιο πως θα τρέφονται απο το αίμα μας όσο ζούμε,
γιαυτό ας ψοφήσουμε εμείς αναγκαστικά πρώτα.
Ας πτωχευσουμε τώρα,να μετοικήσουν τα παρασιτα σε άλλες χώρες,μπας και κάποτε,απο τύχη,φτάσει σ'αυτή τη χώρα κι ευδοκιμήσει ο σπόρος που θα ζωντανέψει τα άνθη του καλού...

Ο μπαμπάς γιορτάζει

και θα του παρω αφρο ξυρίσματος PROSAR.
Μπορεί και ξυραφάκια Gillette μπλε.
Θα τα τυλίξουμε σε χαρτί δώρου κι αυτός θα τα ανοίξει όταν έρθει σπίτι και θα παριστάνει τον έκπληκτο κι ενθουσιασμένο και θα μας φιλήσει με χαρά,την αδερφή μου κι εμένα,σβουρηχτά και ηχηρά έτσι που θα πονέσουν τ'αυτιά μας απο το συριχτό "μμμμττττσσσσσσςς!"
Η μαμά θα έχει φτιάξει πίτα και ρολλό και απο το απόγευμα θα έρθουν επισκέψεις...
Εμείς θα χαιρετάμε με φρονιμάδα τους καλεσμένους ως κόρες του εορτάζοντα και μετά θα κάτσουμε στο δωμάτιο και μπορεί να παίξουμε κρυφά μπάλα για να περάσει η ώρα. Θα προσέχουμε μη χτυπήσει με φορα η μπαλιά στο φύλλο της ντουλάπας που δεν κλείνει και κοπανήσει στη ντουλάπα αντηχώντας κι αν αυτό συμβεί,θα κρύψουμε τη μπαλα κατω απ'το κρεββάτι και θα καθίσουμε λίγα λεπτα φρόνιμες,μέχρι να απομακρυνθεί η πιθανότητα να έρθει η μαμά στο δωμάτιο και να μας ξεχέσει.
Μετά,όταν οι καλεσμένοι φύγουν,η μαμά θα πλύνει τα πιατα κι εγω θα ελεγχω αν έμεινε καθόλου μπακλαβάς στο ταψί και τι γλυκά μας φέραν και το βράδυ,αφού κοιμηθουν όλοι-σίγουρα θα σηκωθώ να μπουκώσω κανένα κομμάτι...
Χρόνια πολλά,μπαμπά!

Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010

Ακούγοντας το Γιωργάκη,

μ'άπιασε για,για το,το,πόνος το κεφάλι.
Σκέφτηκα για να,κοίτα,για τον τον παράγοντας αθλητικού,Μάντζιος.
Η σκέψη,ήταν,είναι,ειναι,άκου,ακούστε, όχι πρώτότυπη.Δεν επαγεται την πρωτοτυπία,μιας και βρήκα βίντεο,ήδη στο γιουτούμπ

Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

Η μαύρη τρύπα

Είτε θα'ναι κανείς ένας άνθρωπος ικανοποιημένος, ενταγμένος στη ζωή του με απλή,θαυμαστή και πάνσοφη αυτάρκεια(ή μήπως επάρκεια;) , θα υπάρχει στις στιγμές του αυτονόητα, καλές,κακές, θα ξέρει πως αυτές είναι κι αυτός αυτός είναι,μέσα τους ανα πάσα στιγμή, ή θα τρώγεται με τα ρούχα του και δε θα μπορεί να βρει ηρεμία...

Θα'χει μέσα του αυτό το κενό.

Του ανικανοποίητου;; Του ανεκπλήρωτου;

Της απληστίας;; Της ματαιοδοξίας;;(Ή μήπως της ανεπάρκειας; )

Θα'χει τη μαύρη τρύπα που θα επιχειρεί να θρέψει κι αυτή απ'αυτόν να τραφεί.

Με τσιγάρα, με ποτό , με ναρκωτικά, με φαγητό, με ό,τι υπερδιεγείρει ή ναρκώνει τις αισθήσεις του.

Με ό,τι τελικά του επιτρέπει να διαστρεβλώσει τη σχέση του με την πραγματικότητα(μια που η ακρίβεια των αισθήσεων σε συνδέει με ακρίβεια με την πραγματικότητα)και τελικά του γίνεται εθισμός,έτσι που αυτός που ψαχνει πιο πολύ την απελευθέρωση απ'την πραγματικότητα με το περίσσευμα της ενέργειάς του, γίνεται σκλάβος της πιο εξευτελιστικής σκλαβιάς,του εθισμού δηλαδή...

Μου φαίνεται πως όποιοι έχουν τη μαύρη τρύπα, έχουν κάνει ένα βήμα πιο πέρα απ'τους υπόλοιπους,
όμως δεν έχουν πια καμιά ιδέα τι θ'ακολουθήσει.
'Εχουν ίσα αποσπαστεί απο τα δεσμά του μέτρου και μπροστά τους "βοούν τα βάραθρα".
Πέφτουν στη δική τους τρύπα γιατί είναι δική τους κι άρα οικεία, λιγότερο φοβιστική απ'το παντελώς άγνωστο...

Through these city nightmares you'd walk with me
And we'd talk of it with idealistic assurance
That it wouldn't tear us apart
  We'd keep our heads above the blackened water
  But there's no room for ideals in this mechanical place
  And you're gone now

  Through a grimy window that I can't keep clean
  Through billowing smoke that's swallowed the sun
  You're nowhere to be seen

  Do you think our desires still burn
  I guess it was desires that tore us apart
  There has to be passion
  A passion for living, surviving
  And that means detachment
  Everybody has a weapon to fight you with
  To beat you with when you are down
  There were too many defences between us

  Doubting all the time
  Fearing all the time
  Doubting all the time
  Fearing all the time
  That like these urban nightmares
  We'd blacken each other skies

  When we passed the subways we tried to ignore our fate there
  Of written threats on endless walls
  Unjustified crimes carried in stifled calls
  Would you walk with me now through this pouring rain
  It used to mingle with our tears then dry the hopes that we left behind
  It rains even harder now

Από το τρωικό κάστρο η Ανδρομάχη

στον Έκτορα που κίναε για τη μάχη
φώναξε με φωνή φαρμακωμένη:

"Στρατιώτη μου,τη μάχη θα κερδίσει
όποιος πολύ το λαχταρά να ζήσει.
Όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει,
στρατιώτη μου,για πόλεμο δεν κάνει"

Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010

Διάλειμμα για διαφημίσεις

Αντιγράφω πρό-λογο προ-εκλογικής διακήρυξης:
"Ονειρευτήκαμε μια πόλη γοητευτική. Μια πόλη φρέσκια και ανανεωμένη. Ο Χορτιάτης, σαν άγρυπνος φρουρός της περιοχής να στέκει εκεί ψηλά, το Πανόραμα περήφανα να θωρεί τον Θερμαϊκό κόλπο και η Πυλαία να υποδέχεται όλους αυτούς που θα διοχετευτούν στον νέο Δήμο Πυλαίας-Χορτιάτη και θα επιλέξουν αυτό το κομμάτι γης για να μοιραστούμε εικόνες και εμπειρίες"






Θυμάμαι στο φροντιστήριο στη Γ' Λυκείου είχα γράψει μια έκθεση ο πρόλογος της οποίας περιείχε ένα ακατάσχετο λυρικό φόρτε που ξεκινούσε με τη φράση :
"Βρισκόμαστε πια στο λυκόφως του 20ου αιώνα"
(ενώ ο επίλογος είχε αναφορά στο "λυκαυγές του 21ου " -πατενταρισμένο σχήμα δικής μου επινοήσεως που με είχε κατενθουσιάσει κι είχα αποφασίσει να το χρησιμοποιώ σε κάθε έκθεση έκτοτε!) 
Την έκθεση αυτή,η Αγγελική, που ήταν η φιλόλογος,την είχε τοιχοκολλήσει ως πρότυπο προς ανάγνωση στον πίνακα ανακοινώσεων.
Βέβαια,δίπλα στην πρώτη παράγραφο είχε μια κόκκινη αγκύλη με το σχόλιο:

"επικίνδυνοι αυτοερωτικοί λογοτεχνισμοί".

Το σχόλιο ήταν φαρμακερά εύστοχο.
Αισθάνθηκα φοβερή ντροπή όταν το διάβασα, αλλά σε συνδυασμό με το γεγονός πως παρόλαυτά η έκθεση είχε εκτιμηθεί κι ήξερα πως η Αγγελική  με συμπαθούσε, τη θαύμασα και σχεδόν τη λάτρεψα που με ξεσκέπασε μ'αυτον τον τρόπο.
Ήταν μια επίθεση στον ναρκισσισμό μου. Και την ευχαριστήθηκα,παρά το γεγονός πως ήμουν 17 χρονών.

Αφιερωμένο στον σημερινό διαφημιζόμενο υποψήφιο μαζί με την ακόλουθη απορία:
Δεν είναι αυτοκαταστροφικό να θέλει ν'αλλάξουμε σελίδα,όταν πάνω στην τρέχουσα σελίδα είναι αποτυπωμένος ο ίδιος;;;

Ας σκεφτώ μεγαλοφώνως... Συνεχίζω

Ας πούμε,λοιπόν,γυρίζοντας σ'εμένα,πως βαρέθηκα να φταίνε οι συνήθεις φταίχτες.
Ωραία.
'Εστω ότι αυτοί φταίνε για όλα μου τα στραβά (ενώ για τα καλά μόνο εγώ να δοξαστώ,παρακαλώ,κι ας κατατάξουμε,φυσικά, στα αυτονόητα χρέη τους όλη την υλική και συναισθηματική υποστήριξη που μου παρείχαν,σσιγά...)
Έστω ότι υπήρξα το-άμοιρο ευθυνών-αθωότατο και πανάγιο θύμα τους μεγαλώνοντας μαζί τους.
Και;
Τώρα;
Αν αυτοι αλλάζαν,θα είχε καμιά σημασία για μένα,πια;
Μάλλον όχι.
Άμεσα δεν μ'επηρεάζουν πια.
Δεν εξαρτώμαι απ'αυτους πλέον.
(Και η αλήθεια είναι πως αν το δούμε έτσι,φταίνε πιο πολύ οι παππούδες μου,διότι αυτοί διαμόρφωσαν τη ζωή των γονιών μου,με τη ζωή ή με τον πρόωρο θάνατό τους,κι ακόμα πιο πολύ οι προπαππούδες και ,γάμησέ-τα-ουτως-ειπειν, τελικά φταίνε είτε οι πρωτόπλαστοι,είτε οι χιμπατζήδες)
Το θέμα είναι τώρα τι κάνουμε.
Και το θέμα είναι πως δεν έχω πυξίδα.
Δεν έχω πρότυπο.
Δεν έχω καμιά βιωμένη εικόνα κάποιου ανθρώπου στον οποίο να θέλω πολύ να μοιάσω.
Υπάρχουν φυσικά επιμέρους αρετές που θαυμάζω,αλλά μια ολοκληρωμένη εμπνευση με σάρκα και οστά δεν έχω.
Ίσως φταίει η έλλειψη φαντασίας που με βασανίζει και δεν μπορώ να φτιάξω μόνη μου μια εικόνα.
'Η μια εγγενής απιστοθωμίαση,ένα "πρέπει να το δω με τα μάτια μου και να το πιάσω με τα χέρια μου, για να πειστώ πως υπάρχει"

Για τον λόγο αυτό,η αναφορά στην αυτοπειθαρχία με παραπέμπει αυτομάτως είτε σε χιτλερικά μοντέλα,είτε στην ¨Ελενα Ράπτη,είτε εν πάσει περιπτώσει σε κάποιον που έχει καταπιεί την ιδέα του πολίτικαλυ κορέκτ λίβινγκ αμάσητη, χωρίς κανένα ζόρι.
Επειδή,έτσι "είναι το σωστό".
Μέγα αντικίνητρο!

Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010

Ας σκεφτώ μεγαλοφώνως-κεφάλαιο πρώτο


Με βασανίζει μια εσωτερική απειθαρχία.
Αυτό είναι το θέμα κι η αφορμή το γεμάτο τασάκι που δεν έπαψε να γεμίζει και να αδειάζει ακόμη κι αυτές τις δυο τελευταίες βδομάδες που ο λαιμός μου είναι γδαρμένος και ο βήχας μου βρογχικός.
Μάλιστα.
Κατα καιρούς έχω εκλάμψεις αυτοπειθαρχίας.Περιορισμένης διάρκειας.
Κόβω το κάπνισμα,βάφω τους τοίχους,δεν αφήνω άπλυτα πιάτα στο νεροχύτη,προσέχω τη διατροφή μου,περιορίζω την κατανάλωση αλκοόλ και μετά περιμένω να συμβεί κάτι.
Κάτι σαν ανταμοιβή. Μια επιβράβευση για την καλή μου συμπεριφορά. Ένα δώρο απο το σύμπαν,βρε αδερφέ.
Δε συμβαίνει όμως!
Αντιθέτως,η καλή και εμπνευσμένη μου διάθεση με την οποία ξεκινουν τα διαλείμματα αυτοπειθαρχίας μετατρέπεται σε επικριτική αύρα που σαν κακιά πεθερά μελετάει τις κινήσεις των απείθαρχων και εξαπολύει εναντίον τους νοητούς ή φωναχτούς μύδρους!
"Μα πως καπνίζετε;;" αναρωτιέμαι ,λες και είμαι η παρθένα του καπνού,ή "τι αηδίες ειναι αυτές που τρώς;;" ή "τι αταξία είναι αυτή;;;" και άλλα τέτοια χαριτωμένα που τα πιστεύω σαν να ήμουν ξέρω 'γω;
Η Έλενα Ράπτη;;
Τόσο κρατάει η πειθαρχία μου.
Μέχρι του σημείου που υποψιάζομαι πως¨"κάποιος" προσπαθεί να με κάνει να γίνω "κάποια άλλη".
Ξεχνάω πως ο "καποιος" ήμουν εγώ κι όταν το θυμάμαι αρχίζω ν'αναρωτιέμαι ποια είμαι τελοσπάντων εγώ και μετά,ασ'τα να πάνε...
Αμφισβητώ την αρχή και την εξουσία μου πάνω μου κι επιστρέφω στην πρότερη κατάσταση της απειθαρχίας.
Το γιατί το έχω ψυχολογικώς υποθέσει.Καλά,σιγά μη δεν το'χα υποθέσει...
Συνοπτικώς,φταινε οι συνήθεις φταίχτες,οι γονείς που δεν είχαν επισης αυτοπειθαρχία ή ώς "αρχές" ήταν αναξιόπιστοι ή μπορούσα να τους χειριστώ και να τους παρακάμψω κάπως.
Κοντολογίς,σκέφτομαι τώρα,η κατάσταση μου θυμίζει αυτό ακριβώς που συζητάμε ως έθνος αυτόν τον καιρό.
Ζούμε σε μια χώρα που είναι σε γενικές γραμμές όπως το σπίτι μου τον περισσότερο καιρό. Δηλαδή, σκοντάφτεις πάνω σε αντικείμενα για να πας στην κρεββατοκάμαρα,έχει πάντα άπλυτα πιάτα στο νεροχύτη,τα πλυμένα μένουν βδομάδες ασιδέρωτα,στον καναπέ υπάρχει μια πεταμένη κουβέρτα για πρόχειρη χρήση,φωτοτυπίες άρθρων και καμμένα κεριά πάνω στο τραπέζι του σαλονιού, ένα σχετικό ανακάτεμα πάνω στον παγκο στης κουζίνας...
Σε γενικές γραμμές,όταν περνάμε καλά κι έχουμε τα κέφια μας,δεν μας πολυπειράζει αυτό το μπουρδέλο.Αντιθέτως,είναι ένα περιβάλλον χαλαρό που δε σε τσιτώνει με ψυχαναγκασμούς κι οι άτακτοι φίλοι αισθάνονται ελεύθεροι.
Αλλά όταν μας καταβάλλει η μουντρουχιά, τα πράγματα αλλάζουν.
Το πρίσμα μας αλλάζει.
Σκεφτόμαστε πως είμαστε άχρηστοι,ανεπρόκοποι,μηδενικά,σκουλήκια και παράλογοι και πως δεν κάνουμε το σωστό,όμως αν το να κάνουμε το σωστό σημαίνει πως θα γίνουμε Γερμανοί(βλέπε Έλενα Ράπτη, στο προσωπικό μου παράδειγμα), ε,όχι!!
Κι έπειτα αρχίζει η κουβέντα για το αν φταίει το κράτος ή εμείς.
Και φταίει ο συνήθης φταίχτης...

Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

Με το νου πλουταίνει η κόρη....

Σε όνειρα άλλων ανθρώπων έχω συναντηθεί με ανθρώπους που δεν ξέρω.
Τους έχω ερωτευτεί,ή τους έχω κοιτάξει μ'επιτίμηση,ίσως έχω περπατήσει πανω στις στέγες τους ή μεταμορφώθηκα σε φίδι που τους δάγκωσε,σε γάτα που τους κοίταξε αποφασισμένη να επιτεθεί με το τρίχωμα ανασηκωμένο,ή είπα κάτι προφητικό όπως:"γδάρε το φόβο σου και φύλαξε την προβιά σου",ή τους κοίταξα θλιμμένη κι έπειτα στραφηκα περπατώντας προς την άλλη,ή γελούσα ακαταπαυστα κάνοντας στριπ-τιζ ή ανέβαινα έναν χωματόλοφο μέσα σε ένα ασανσερ που διέτρεχε τη μάζα του κατακόρυφα για να παω σε κάποια βαφτίσια ντυμένη Όσκαρ Ουάιλντ,χωρίς αυτό να είναι καθόλου παράξενο.
Στα δικά μου όνειρα συνάντησα ανθρώπους που ξέρω κι άλλους που δε γνωρίζω.
Μεταξύ μας έχουν συμβεί τα πιο παράδοξα που είναι κανείς δυνατόν να φανταστεί-σημαίνουσες στιγμές αλληλεπίδρασης ωστόσο.
Κι ακόμη στα όνειρά μου έχουν συναντηθεί άνθρωποι που ξέρω μ'αλλους ανθρώπους που ξέρω,κι άνθρωποι που ξέρω μ'άλλους που δεν ξέρω και τέλος
ένα σωρό άνθρωποι που δεν ξέρω έχουν συναντηθεί εκεί μεταξύ τους...

Το ερώτημα είναι,υπάρχει κάποια αναφορά σ'ολα αυτά στην "έξυπνον" ζωή μας;;
Μπορεί όλοι εμείς να "γνωριζόμαστε απο κάπου;"


...με τον ύπνο η ακαμάτρα

Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2010

Πιες!

Πιες και γίνε χάλια!
Μη μασάς!
Δεν είσαι λιγότερο επιστήμονας.
Αυτά που δεν μπορείς και δεν ξέρεις πως να πεις,
αναπνέουν μέσα σου.
Η εκπνοή τους στο στέρνο σου.
Πιες!
Κάτω απ'τα βαριά σύννεφα,η καρδιά σου πάλλεται.
Μπορείς!(Μπορείς;)
Τώρα,μπορείς!
Εσύ κι όλοι οι αγαπημένοι σου μαλάκες φίλοι,που'ναι ό,τι καλύτερο κι ό,τι χειρότερο είσαι.
Άλλοτε άγγελοι,άλλοτε αρχίδια/
όπως ακριβώς κι εσύ/
μη μασάς.
Άλλοτε τροχοπέδη,άλλοτε ο βατήρας απ'όπου πηδάς στα σύννεφα των πιο τρελών σου ονείρων/μη μασάς.
Πιες!
Όλα είναι το σκηνικό σου!
Όσα μπορείς κι όσα δεν τόλμησες!
Όλα όσα διάλεξες κι αυτά που δεν/
Όλα...

Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

Ένα βράδυ που΄βρεχε...

Ελαφρά μελαγχολία, ίσα για να είμαι ασορτί με τη βροχή που απ'το πρωί πέφτει σε μικροσταγονίδια...
Δε δουλεύω σήμερα και μπορώ να ρεμβάζω καθισμένη στον καναπέ.
Πίνω ένα τσάι με την ένδειξη "κατά του στρες",για να βεβαιωθώ πως θα εκλείψει και το τελευταίο μιαρό ίχνος άγχους που μπορεί να κατοικεί μέσα μου,χωρίς να το καταλαβαίνω-τι άπληστο εκ μέρους μου-και ξάφνου θυμάμαι το Βερολίνο.
Μπορεί με αφορμή το τσάι κατα του στρες.
Η κυρία που με φιλοξενούσε στο σπίτι της είχε μια new-age εμμονή με τα τσάγια,τα αρωματικά στικς,τα βιομαγνητικά στρώματα κι όλα αυτά τα μυστήρια των παιδιών των λουλουδιών,στις τάξεις των οποίων προφανώς κάποτε ανήκε.
Θυμάμαι έναν τύπο που μισο-τραγουδούσε,μισο-απάγγελε σ'ένα μπαρ,ονόματι Raabebar, στο Kreuzberg.
 Ήταν όμορφος και γοητευτικός,θεατρικός και σταθερός,είχε ένα ύφος νοσταλγού,όπως αυτά που έχουν οι ονειροπόλοι νέοι και τραγουδούσε γερμανικά και γαλλικά με την ίδια άνεση.
Τον λέγαν Sebastian Fischer.
Του μίλησα μετά την παρασταση λιγάκι.
Δε θυμάμαι τι είπαμε-τίποτα φοβερό,υποθέτω.
Θυμάμαι όμως πως ήταν ζεστός.
Οικείος και μαγνητικός.
Έφαγα το ίντερνετ να εντοπίσω τα ίχνη του πριν απο μερικά χρόνια που χάζευα χαρτιά και χαρτούδια που'χα κρατημένα ως σουβενίρ απ'τον χειμώνα του Βερολίνου και βρήκα μια κάρτα που είχε μια φωτογραφία της μπαντας κι έγραφε "Sebastian Fischer and Band".
Έψαξα και βρήκα πως έβγαλε ένα και μοναδικό cd που κυκλοφόρησε το 2004 με τον τιτλο "Kaltes Fruestueck" ,σκηνοθέτησε αργότερα 2 φιλμακια μικρού μήκους κι έτερον ουδέν,ο Ελβετός και ρωσοσπουδαγμένος ηθοποιός,με τον οποίο γεννηθηκαμε την ίδια χρονιά.
Δεν έγινε διάσημος,όπως φανταζόμουν εκείνο το βράδυ που τον άκουγα καθηλωμένη με τη μεταφυσική βεβαιότητα πως θα είχα να λέω,χρόνια αργότερα,όταν θα τον ήξερε πια ο καθένας :
"τον ακουσα όταν ξεκίνησε κι ήταν άγνωστος ακόμα,σ΄ένα μπαρ, ονόματι Raabebar, στο Kreuzberg."
Ούτε κι εγώ έκανα όσα απίθανα κι ελεύθερα πράγματα γεμάτα έμπνευση πίστευα πως θα κάνω τότε.
Το ίδιο εκείνο βράδυ τα σκεφτόμουν ή μάλλον τα ένιωθα αόριστα και συναρπαστικά,ένιωθα την πνοή τους να μου φουσκώνει τα πνευμόνια.
Αναρωτιέμαι λοιπόν πού να΄ναι,πώς να΄ναι και τι να σκέφτεται τώρα ο Sebastian Fischer κι αν έχει κάνει κι αυτός την κυνική ή απλώς ρεαλιστική παραδοχή πως όλες εκείνες οι φοβερές δυνατότητες που απλώνονταν μπροστά του εκείνο το βράδυ εξανεμίστηκαν,επειδή...πέρασαν τα χρόνια.
Σίγουρα δε θα μπορεί να φανταστεί πάντως, πως που και που μια άγνωστή του γυναίκα, στη Θεσσαλονίκη τον θυμάται, σαν να ταν η σημαδούρα των δικών της ονείρων...


ΥΓ: Με το τραγούδι αυτό της Barbara,διασκευασμένο στα γερμανικά έκλεισε το πρόγραμμα εκείνο το βράδυ.

Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010

Τετριμμένοι διάλογοι

Τον είδα αρχικά πλαγιομετωπικά κι έπειτα καθώς η τροχιά του άλλαξε άρχισα να τον βλέπω πλαγιοπίσθια.
Περπατούσε με τα πόδια ανοιχτά,"πω ρε πούστη μου,πήξαμε στους λεβεντομαλάκες",σκέφτηκα και δεν κρατήθηκα,του φώναξα "Καλά,ρε φίλε,πόοοσο βαριά ειναι τ'αρχίδια σου;;;"
Γύρισε,έκανε δυο βήματα προς το μέρος μου, απολογητικά είπε:"άσε,κοπελιά,έχω πρόβλημα,τι να σου λέω!" και λακωνικός λάτρης του ρητού "μια εικόνα,χίλιες λέξεις" καθώς φαίνεται πως ήταν,με μια επιδέξια κίνηση τράβηξε προς τα κατω σορτσάκι και σώβρακο.
Ατένισα και
"Τι να πω,ρε φίλε,έχεις δίκιο...Συγνώμη. Παρεξήγησα...",μουρμούρισα.
"Δεν τρέχει τίποτα,συμβαίνουν αυτά" απάντησε γενναιόψυχα καλύπτοντας και πάλι τους ογκωδέστατους-ειν'η αλήθεια-όρχεις του.
Έπειτα,συνέχισε καθένας σιωπηλά το δρόμο του.

SUN IN MY MOUTH


I will wade out till my thighs
Αre steeped in burning flowers
I will take the sun in my mouth
Αnd leap into the ripe air alive
With closed eyes
To dash against darkness
in the sleeping curves of my body
I shall enter fingers of smooth mastery
With chasteness of seagulls
Will I complete the mystery of my flesh

Προειδοποίηση!!!Ακολουθεί αδόκιμη μετάφραση!!
(Θα βηματίζω ωσπου οι μηροί μου
Nα βυθιστούν σε άνθη φλεγόμενα,
θα παρω τον ήλιο στο στόμα μου
Kαι μ'ενα άλμα θα βρεθώ στον ώριμο αέρα ζωντανός
Με κλειστά μάτια
Να ορμήξω στο σκοτάδι
τις κοιμισμένες καμπύλες του κορμιού μου
θα εξερευνήσω με δάχτυλα απαλά κι επιδέξια
Με την αρετή των γλάρων
Της σάρκας μου το μυστήριο θα ολοκληρώσω)

Κατα καιρούς,ένα κατιτίς που μπορεί να'ναι ένα ποίημα,μια μουσική ή μια εικόνα γίνονται το μότο μου.
Μια μυστι(κιστι)κή εσωτερική πυξίδα που με κάποιον τρόπο (άλλον απ΄τη λογική συνεπαγωγή) με ωθεί στα επόμενα βήματα.
Στο ποίημα αυτό του e.e.cummings με μύησε κάποτε η αγαπημένη μου μινιόν,ανισόρροπη κι αυτιστική ισλανδή φίλη,η Bjork.
Απ'ό,τι είδα λείπουν κάποιοι στίχοι απο το τέλος και ο τιτλος του ειναι WADE κι όχι SUN IN MY MOUTH,αλλά εγώ έτσι το διάβασα κι έτσι μου χρησίμευσε...

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

Αντίο,Μελίνα... Μέρος τρίτο

Το λοιπόν,επιστροφή στη συναυλία της Τετάρτης στο Ωραιόκαστρο.
Οι τρεις τους στη σκηνή σε διάταξη αδερφών Ντάλτον.
Η Βελεσιώτου,κοντή,ακατέργαστη,άχαρη και μεγάλη(σαν πολυκαιρισμένη αγρότισσα που εκεί που σιγοτραγουδούσε θερίζοντας,τη διακτίνισαν και βρέθηκε πάνω στη σκηνή),η Κανα με το ξανθό μαλλί και το θηλυπρεπέστατο φουστανάκι της,πιο ψηλή, στη μέση,κι ο Παπαζήσης σαν ντροπαλός έφηβος,στην άλλη άκρη.
Λένε ο καθένας απο ένα κουπλέ και τραγουδουν κι οι τρεις το ρεφρέν.
Κάποια στιγμή η Βελεσιώτου απλώνει το χέρι της,με κάτι που μοιαζει με ακατέργαστη παιδική αφέλεια να πιάσει το χέρι της Κανά,κι εκείνη,με απροκάλυπτη δυσαρέσκεια την αδειάζει ενώπιον όλων,αρνείται τη χειρονομία και με αυστηρότητα της σπρώχνει πίσω το χέρι.
Το πόσο δυνατά αντήχησε μέσα μου αυτό το στιγμιότυπο δε λέγεται...
Η Αναστασία το παρατήρησε επίσης,όμως δεν της έκανε τόση εντύπωση.
Εμένα,πάλι,μου χάλασε αμετάκλητα τη διάθεση,σαν να'χα γίνει μάρτυρας βιασμού και σ'ολο το υπόλοιπο της συναυλίας μελετούσα τη ψυχοδυναμική αυτής της συνεύρεσης.
Χάζευα τη Βελεσιώτου,κάτω απο τη σκηνή όταν δεν τραγουδούσε να κουνιέται,να συμμετέχει και έβλεπα στην αλλαγή της σκυτάλης πόσο αφελώς ζεστά ήθελε κάθε φορά να δείξει την αλληλεγγύη της. Με τον Παπαζήση κάθε άγγιγμα ήταν φυσικό,η Κανά κάθε φορά δυσφορούσε...
Ωραία,αγνοώ τι μπορεί να είχε γίνει πιο πριν κι αν πλακώθηκαν στα παρασκήνια,αλλά κάθε μου παρατήρηση συνηγορούσε στο ότι η Βελεσιώτου ήταν ένας απλός άνθρωπος που χαιρόταν που συμμετείχε σ'αυτη τη συναυλία κι η Κανά ένας δυσαρεστημένος άνθρωπος που συμμετείχε σ'αυτη τη συναυλία...
Τις άκουσα και τις δυο με προσοχή να τραγουδούν.
Κι άκουσα έναν αυθεντικό άνθρωπο να τραγουδάει με μια φωνή συναρπαστικού εύρους μ'έναν αυτισμό αξιολάτρευτο και μια πρώην ντίβα περίπου να απαγγέλει ή ακόμη και να "σκυλεύει" που και που,επιστρατεύοντας προς αρωγήν μιας αδύναμης φωνής,ό,τι παραπλεύρως υπήρχε,ήτοι το καλό της φουστάνι,το "σεμνό" της λίκνισμα και αφόρητα ψευδοφιλοσοφημένα κλισέ του τύπου "τα τραγούδια δεν ανήκουν σ'αυτόν που τα τραγουδάει,αλλά σ'εσάς...",δήλωση που με αναγκασε να πασχίσω πολύ να καταστείλω το αντανακλαστικό του εμετού.
Η συναυλία τέλειωσε,ο άθλιος πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου ανέβηκε ξανά στη σκηνή μαζί με κάποια άλλη άθλια παράγοντα του Δημου που δεν μπήκε καν στον κοπο να μαθει τα ονόματα των συμμετεχόντων κι ευχαρίστησε τη Φωτεινή Λαβασιώτου κι εμείς-έτοιμες να φύγουμε- βρεθήκαμε δίπλα στη σκηνή,όπου οι τραγουδιστές ξαναστήθηκαν να πουν το πρώτο τραγουδι κι η αδιορθωτη Φωτεινή μάλλον συνέχιζε να ελπίζει στη ζεστασιά και την αλληλεγγύη της ομάδας κι ίσως ξαναεπιχείρησε να πιασει το χέρι της Κανα,απ'τα χείλη της οποίας ακούσαμε τη φράση "Άσε με! Με μπερδεύεις!" και μα την αλήθεια,το μετάνιωσα που όσο τραγουδούσε με μια αμφίβολη πλέον φωνή,δεν της φώναξα ως κάφρος ή ως αρμόδιο επι της ύβρεως όργανο του Θεού: "ΚΟΜΠΛΕΞΑΡΑΑΑΑ!!!!"
ΥΓ: Θα μου κάνει μεγάλη εντύπωση αν ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου δεν τσιμπήσει τη Βελεσιώτου σε κάποιον επόμενο δίσκο του...
ΥΓ2: Εκ των υστέρων,ο ξάδερφος Νέστορας που ειχε περάσει αμέτρητα βράδια στο "Πλατώ" χαζεύοντας ερωτευμένος τη Λιζέτα Καλημέρη και με τον οποίο πάντα διαφωνούσαμε για τις αδερφές καθώς αυτός ήταν φανατικός της Λιζέτας κι εγώ της Μελίνας,εκ των υστέρων,λοιπον ο παράδοξος ξάδερφος Νέστορας δικαιώνεται!

Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010

Άντίο,Μελίνα... Μέρος δεύτερο

Η τελευταία στιγμή που μοιράστηκα με την Κανά,πριν οι δρόμοι μας χωρίσουν οριστικά ήταν το "Γέλα,ψυχή μου" από το δίσκο που έκανε με τον Παρίση,μάλλον για το σπαραχτικό μίγμα μελαγχολίας και πείσματος που εξέφραζε τη φάση στην οποία βρισκόμουν τότε.Ήταν,αναγνώριζα όμως,ένας μάλλον μέτριος δίσκος...
Αργότερα,κάποιος που ήξερε από παλιά πως της είχα αδυναμία,μου έκανε δώρο το "φέγγει αλλιώτικα",αλλά δεν της είχα πια αδυναμία.
Είχα σταματήσει ν'ακούω ελληνική μουσική και δεν νομίζω πως κατάφερα να ακούσω ποτέ αυτό το σιντί χωρίς να μου φαίνεται "θορυβώδες".Κάθε τραγούδι έμοιαζε να έχει την ίδια λαικότροπη εισαγωγή με κάτι που ακουγόταν σαν ομοβροντία μπουζουκιών (αν και δεν υπήρχαν μπουζουκια,στην πραγματικότητα,οπότε,μάλλον οι κιθάρες θα'ταν) και μετριότατη στιχουργική. Εξαίρεση ίσως η "μικρούλα στιγμη".
Μετά, έχασα τα ίχνη της,όπως άρχισα να χάνω τα ίχνη των συμφοιτητών μου. Εγώ έκανα στροφή προς πειραματικά δυτικά ακούσματα ανακαλύπτοντας τους SigurRos κι αυτή στροφή στο λαϊκό.
Ήταν μοιραίο να χαθούμε.
Για την προσωπική της ζωή δε γνωρίζω,παρα πως τα'χε με τον Μάλαμα(ίσως).
Τους λοιπούς ανώνυμους ψιθυρους περι αλκοολισμού και περι "παρτολίου"-συγχωρέστε μου τον όρο,έτσι τον άκουσα επακριβώς απο διάφορες "πηγές"-τους απέκρουα μετα βδελυγμίας και με εκνευρισμό για τον κρυπτοφαλλοκρατικό(όχι και τόσο κρύπτο- ,τώρα που το σκέφτομαι)μικροαστικό τους χαρακτήρα που στόχευε τη σεξουαλική ελευθερία μιας νέας κι ελκυστικής γυναίκας.
Για αρκετά χρόνια δεν μ'αφορούσαν τα νέα της,ούτε άκουγα τα τραγούδια της,ούτε παλιά,ούτε καινουργια,όπως δεν άκουγα πια ούτε το Μάλαμα,ούτε τους Κατσιμίχες...

Πριν από ένα χρόνο περίπου,άρχισα να βλέπω με συμπάθεια το (έντεχνο) παρελθόν μου,τα νιάτα μου και τις συνιστώσες τους κι έκανα συνεπώς μουσικές αναδρομές κι αναμεσα στις μουσικές,βρήκα στο youtube και άκουσα μια συνέντευξη που είχε δώσει στη Βίκυ Φλέσσα. Κι εκεί,παρά την αγιοποιητική δύναμη της νοσταλγίας μου,είδα έναν άνθρωπο που αυτό που εξέπεμπε ήταν μια βαριεστημένη αδιαφορία στην καλύτερη και στη χειρότερη,κάτι αδιόρατα απωθητικό...

Αντίο,Μελίνα... Μέρος πρώτο


Ωραιόκαστρο. Δημοτικό σχολείο; Σχολείο πάντως.Μπορεί γυμνάσιο.
Συναυλία-αφιέρωμα στο Γιώργο Καζαντζή με τη Μελίνα Κανά.
Συμμετέχουν οι Φωτεινή Βελεσιώτου,Μιχάλης Παπαζήσης.
Μικρό το ακροατήριο,μάλλον προεκλογικού χαρακτήρα η εκδήλωση,κι ένας ανεκδιήγητος πρόεδρος της πολιτιστικής επιτροπής ,που δεν ήξερε γραμματική, να προλογίζει.
Εμφανίζονται τρεις επι σκηνής ο ένας δίπλα στον άλλο στοιχισμένοι βάσει ύψους.
Στη μέση μια ξανθιά. Αυτή ειναι η Μελίνα,ένα ξανθό όνειρο με άφθονο χλωμό μεικ-απ!!
Μοιράζονται το ίδιο τραγούδι ξεκινάει η Βελεσιώτου,συνεχίζει η Κανά,τι γλυκιά χροια,σκέφτομαι,που έχει η ατιμη...
Ας ειναι ξανθιά,το παραβλέπω και σκέφτομαι πόσο στενά αυτή η γλυκιά φωνή συνόδεψε τα νιάτα μου κι έδωσε φωνή στη δική μου αισθητική με την συμπαθητική της συστολή.
Σκέφτομαι μια συναυλία στο Πολυτεχνείο υπερ αναρχικών συλληφθέντων- το 96 να΄ταν;
Ποσο χαιρόμουν που την άκουγα να τραγουδάει,τι συγκινημένη που ένιωθα απ'τη σεμνή της παρουσία...
Θυμάμαι πως ο Παναγιώτης,γνωστός ατσούμπαλος την εποχή εκείνη, ειχε πάει για κατούρημα κι όταν επέστρεψε,μας δήλωσε με ένα μίγμα φούριας κι ενθουσιασμού: "Πάτησα την Κανά,πάτησα την Κανά!"
Μπορώ να πω πως εκείνη τη στιγμή μια τσιμπιά φθόνου με διαπέρασε που είχε την τιμή να την πατήσει αυτός κι όχι εγώ που τόσο τη λατρευα!Μια τσιμπιά φθόνου,ανάμεικτη με επίκριση για τη βλασφημία που είχε διαπράξει...
Τον ρώτησα σήμερα πως είχε αντιδράσει τότε εκείνη και μου απάντησε: "μ'ένα συγκαμμένο χαμόγελο οδύνης".
Θυμάμαι ακόμη πως στο σύντομο διάστημα που ειχα δουλέψει στο "άλλοθι" το 94,στο ρεπερτόριό μου ήταν εκ των ουκ ανευ "τα μεταξωτά" και "οι τυφλές ελπίδες",που δεν ήταν ακόμη ιδιαιτέρως γνωστα-ιδίως οι τυφλές ελπίδες που ήταν απο δίσκο του Δουρδουμπάκη,αλλά τύχαιναν πάντα θερμής υποδοχής απο τους ερωτικώς ατυχήσαντες που ήταν κι η πλειοψηφία του μικρού μου ακροατηρίου.
Εχω στην κατοχή μου ακόμη κάπου μια κασέτα που ηχογράφησα απο μια συναυλία της στην Αιγλη,όπως την είχε μεταδώσει ο "Ραδιο-Ανατολικός". Έστειλα μάλιστα και μια κόπια στο Φώτη,με κρυφή υπερηφάνεια που τον έκανα κοινωνό ενός "συλλεκτικού κομματιού" που σίγουρα θ'αποκτουσε φοβερή αξία στο μέλλον.
Κι όλο το ξεχνάω,αλλά μου το θυμίζει η Χριστινούλα,πως την πρωτοάκουσα το 92,σε μια συναυλία του Μίμη Κουγιουμτζή,στο Παλαί Ντε Σπορ,όπου κι οι δυό μας συμφωνήσαμε πως ειχε πολύ γλυκιά φωνή και προσπαθούσαμε να συγκρατήσουμε τ'όνομά της.
Θα μπορούσα ώρες να περιγράφω τις αναφορές μου στη Μελίνα.Κι ειμαι σίγουρη πως πολλοί σημερινοι τριανταπεντάρηδες έχουν τέτοιες,γιατί εμφανίστηκε στο τραγούδι μαζί με την εφηβεία μας και ήταν ένα real time φαινόμενο,όπως κι ο Μάλαμας κι ο Θανασης Παπακωνσταντίνου που μας εξέφραζαν καλύτερα απ΄το Σαββοπουλο,γιατί ακριβώς ήταν real time,ήταν "δικοί μας".

Σπινθηροβόλα γηρατειά


Σήμερα στήθηκα στις 8.40 σ'ένα περιφερειακό ελεγκτήριο του Δημοσίου.
Άνοιγε στις 8.30 και όταν έφτασα,υπήρχε ήδη μια ουρά που έβγαινε στο πεζοδρόμιο, ίδια κι απαράλλαχτη με χορτάτο βόα, στο μήκος,στο φάρδος και στη βραδύτητα κίνησης.
Σ'αυτές τις σουρρεαλιστικές καταστάσεις κοσμοσυρροής που χαρακτηρίζονται απο μια παραδοσιακή ελληνική αναρχία(φαινεται στο πόσο άτακτα σχηματισμένη ειναι η ουρά)υπάρχει μια γλυκιά και ανύπαρκτη αλλού(στις ουρές των τραπεζών,ας πούμε)κοινωνική αλληλεγγύη.
Κάθε νέα άφιξη ρωτά με ελπίδα που διαψευδεται αν όλοι περιμένουμε το ίδιο πράγμα κι έπειτα που ειναι το τέλος της ουράς,για να εισπράξει βλέμματα συμπόνοιας και γρήγορα στήνονται πηγαδάκια,όπου όλοι καταθέτουν τις εμπειρίες τους απο παρόμοιες ταλαιπωρίες.Έπειτα,φυσικά, η θεματολογία διευρύνεται
Αν είσαι λιγάκι τυχερός,όπως ας πούμε σταθηκα εγώ σήμερα,πετυχαίνεις δυο παππούδες που δεν ειναι μίζεροι και γκρινιάρηδες και διανθίζουν την αναμονή με κουβέντες αληθινές,όπου η ανταλλαγή των απόψεων γίνεται με σεβασμό,με κατανόηση και πράγμα θαυμαστό,ακόμη και με αυτοκριτική διάθεση.
Αυτοί οι παππούδες ειναι οι αγαπημένοι μου.
Πάνω απ'όλα γιατί ακούς πράγματα όπως "...και της είπα,έλα΄δω,μωρή!,ναι,έτσι της είπα,Αλέκο,το ξέρω,παραφέρθηκα..."
Κι εγώ έτσι θα της έλεγα,ειναι η αλήθεια και χειρότερα,όμως μπορεί και να κόμπαζα λίγάκι για τα βρωμόλογά μου και μάλλον δε θα΄λεγα "το ξέρω,παραφέρθηκα"
και ντρέπομαι,τώρα που το σκέφτομαι,για το πόσο περήφανα θ'ανέμιζα την οργή μου,ως λάβαρο της άτεγκτης τιμωρού.
Κι έπειτα,χωρίς να χάνουν τίποτα απο σοβαρότητα,ξεχειλίζουν απο χιούμορ που προκύπτει απ'το σουρρεαλισμό της όλης κατάστασης,αλλα έχουν τη σοφία, αντί να προσθέσουν σε εκνευρισμό,να το διασκεδάζουν με ατάκες όπως:
"και να φανταστείς είπα στη γυναίκα μου,φτιάξε καφέ κι έρχομαι!",
όταν ο χρόνος αναμονής προβλεπόταν ένα δίωρο στο νερό...
Να σημειώσω πως η άναρχη ουρά έγινε ακόμη πιο άναρχη μετά,όμως όλοι γνωρίζαν τη θέση τους και κανείς δεν επιχείρησε να φάει τη θέση κανενός, πως ακόμη κι οι πιο μίζεροι χαμογελούσαν και πως όποιος έφευγε αποχαιρετούσε τους υπόλοιπους.
Κι ήθελα να πω πως αυτή η Ελλάδα που είδα σήμερα πολύ μ'αρέσει,που έχει σεβασμό και χιούμορ,ευελιξία και ζεστασιά,χάρη στα σπινθηροβόλα γηρατειά της και σκέφτομαι πως δυστυχώς,το ίδιο σκηνικό με νιάτα,θα είχε μάλλον μια μουτρωμένη ευρωπαική σιωπή μέσα στην οποία ο χρόνος θα κυλούσε αβασταχτα αργά...

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

Το μετέωρο βήμα του μήνα Σεπτεμβρίου


Αυτό που κάθε καλοκαίρι μου κάνει εντύπωση-με συναρπάζει σχεδόν-είναι αυτό που αποκαλώ "προοδευτική χαλάρωση των ηθών".
Ποτέ δεν μπορώ να καταλάβω πώς φτάνει εκείνη η στιγμή που το να κυκλοφορείς με το βρακι στο σαλόνι σου και να βλέπεις το γείτονα να κυκλοφορεί επίσης με το βρακί στο δικό του σαλόνι-κάτι που το χειμώνα φαντάζει αδιανόητο-έχει γίνει μια αυτονόητη, φυσική πραγματικότητα που δε σοκάρει απολύτως κανέναν...

Ο Αυγουστος είναι ο βασιλιάς των "χαλαρών ηθών".Μοιάζει σαν μια τρύπα στις εποχές όπου ο χρόνος διαστέλλεται. Ό,τι συμβαίνει στην πόλη τον Αύγουστο, δεν ειναι βεβαιο πως έχει συμβεί.
Μπορεί και να μην έχει συμβεί.

Όταν μπαινει ο Σεπτέμβριος, επιτείνει αυτήν την εντύπωση και κανει τον Αυγουστο να μοιάζει με αμφίβολο όνειρο που η αναμνησή του προοδευτικά ξεθωριάζει.
Ειδικά στην πόλη μας,ο Σεπτέμβριος κάνει πρεμιέρα "in all his mighty glory" φέρνοντας το φόβο και τρόμο όλων των κατοίκων που λέγεται ΔΕΘ:
κυκλοφοριακό έμφραγμα και ξαφνικά όλους μαζί τους πολιτικούς άνδρες που δεν είχαν καμιά σημασία και καμια παρουσία τον Αυγουστο,τους φέρνει για να μην πουν απολύτως τίποτα και ν'ακουμε σε απευθείας συνδεση το απολύτως τίποτα και το τι σημαίνει μεθερμηνευόμενον το απολύτως τίποτα σε τηλεοπτικές αναλύσεις έγκυρων αναλυτών.
Η ζέστη εξακολουθεί,όμως ξαφνικά όχι μόνο τα βρακιά,μα και τα σορτσάκια κι οι βερμουδες αρχίζουν να μοιάζουν κάπως ανάρμοστα. Αρχίζεις λιγο-λίγο να τραβάς τις κουρτίνες...
Έπειτα,σκέφτεσαι να ανασυνταχθείς και καταστρώνεις σχέδια και προγράμματα για τη νέα σεζόν, όμως τα λεφτα μάλλον δε σου φτάνουν,γιατί μάλλον έφαγεςκατιτίς παραπάνω το καλοκαίρι,αλλά δεν ξέρεις ακριβώς πόσα και να δεις; Ή να αφεθείς λίγο ακόμη στο να παρατείνεις την αμεριμνησία;
Δεν ξέρεις,ειν'η αλήθεια. Όπως και δεν έχεις ακριβώς αποφασίσει αν θα στρωθείς στη δουλειά ή αν θα λουφάρεις λιγάκι ακόμα.
Αλλά και να λουφάρεις,δεν ειναι καλά γιατί νιώθεις ενοχές και να φορτσάρεις δεν μπορείς γιατί υπάρχει και μια ψιλολούφα στην ατμοσφαιρα...
Θα'ρθεί ο χειμώνας.Τώρα πια είναι βεβαιο.Ο Σεπτέμβρης ειναι ο κλητήρας που επιδίδει τη βεβαίωση της αφίξεως. Και όπως όταν ξέρεις πως κάτι δυσάρεστο ακολουθεί,κοντοστέκεσαι και κοιτάς προς τα πίσω, έτσι κοιτάς μουδιασμένα προς το καλοκαίρι και βηματίζεις δύσθυμα προς τα χρηστά ήθη του χειμώνα...

Κυριακή 22 Αυγούστου 2010

Αδυνατώ να διαφύγω απ'τον εαυτό μου


Η πηγή της θλίψης,σκέφτομαι,υπάρχει μέσα μου,ενώ αναμασώ τη μουσική απο το Fountain του Aronofski και ταυτοχρόνως ψαχνω ν'ακουσω στο youtube το 'I can't escape myself".


Τι να σημαίνει το να διαφεύγει κανείς απ'τον εαυτό του;
Να αλλάζει συνήθειες ισως;
Να μην κάνει το αναμενόμενο απο αυτόν;
Να εκπλήσσει με τις πράξεις του και να εκπλήσσεται κι ο ίδιος απ'αυτές;

Κι είναι αλήθεια πως θέλει κανείς να διαφύγει απο τον εαυτό του εν συνόλω;

Σκέφτομαι,σκέφτομαι κι οι σκέψεις δεν ξεμπερδευονται.
Τουναντίον,γίνονται ένα sudoku και το μυαλό μου παραιτείται στην προοπτική της επίμονης προσπάθειας.
Ειμαι λογικός άνθρωπος,αλλά κατι τετοιες στιγμές δεν μπορώ να με κατανοήσω με λογικούς όρους.
Δε γίνεται.
Κι όπως τελικά ακούω το fountain με τα ματια κλειστά και συγκινούμαι ειλικρινά κι άμεσα, βρίσκω έναν τόπο (ή έναν τρόπο) να (συν)υπάρξω (με τον εαυτό μου) κι η ψυχογενής δύσπνοια εξαφανίζεται.

Καλό σημάδι...

Κι έπειτα σκέφτομαι αυτήν τη μυστήρια φράση του Ντοστογιέφσκι:
"Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο" ,
"Beauty will save the world"-στ'αγγλικά τη σκέφτομαι ειν'η αλήθεια-κι η ομορφιά μοιαζει με μια πηγή συγκίνησης κοντά στην αλήθεια, σαν αυτη που αισθάνομαι τώρα ακουγοντας το fountain που με φέρνει κοντά στον εαυτό μου ή με έχει βοηθήσει να διαφύγω απ'ό,τι με ζορίζει σ'αυτον...

Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο,κι ο σώζων εαυτόν,με τη βοήθειά της,σωθήτω ...

Δευτέρα 9 Αυγούστου 2010

Anything can happen in life...

especially nothing...
mainly nothing....

18.7.98, Χίος


"Φαίδρα"
Καθόμαστε στο μπαρ και παραγγέλνουμε.
Ο Λεωνίδας παίζει Χατζηδάκι και δη κάτι απ'τα "Λειτουργικά".
Μας ενημερώνει ότι πέθανε η Φλέρυ.
Κι έπειτα,μετά απο κάποιο πένθος,
δεν ξέρω πως, η συζήτηση εκτρέπεται στη Νικολακοπούλου.
Ο Λεωνίδας ισχυρίζεται πως ειναι ο "Καρβέλας του έντεχνου".
Εγώ εξανίσταμαι!
Είναι μια φοβερή κουβέντα, με επιχειρήματα επιπέδου διαφωνίας ενός Παοκτσή κι ενός Ολυμπιακού.
Δηλαδή ενός a priori θετικά κι ενός a priori αρνητικά διακείμενου...

Προ εβδομάδας,ο Φωτης ισχυρίζεται περίπου το ίδιο.
Δεν το είπε έτσι,αλλά τώρα θυμήθηκα την κουβέντα με τον Λεωνίδα, και πιστεύω πως εννοούσαν το ίδιο...
Και μπορεί να'χουν και δίκιο, μπορεί όπου τη βολεύει τη Νικολακοπούλου να καταφεύγει στην ομοιοκαταληξία ,στην ευκολία της ομοιοκαταληξίας δηλαδή, αλλά αυτό το "μωρό" απ'το ηφαίστειο, εμένα μου την αθωώνει αυτήν την παλιο-Λίνα,ρε γαμώτο...

Κουφονήσι-Ρετρό πάλι


2000?
Δεν ειμαι σίγουρη.
Αφύπνιση υπο μηδενικήν σκιάν,με σκόνη στο στόμα το πρωί μες στη σκηνή που κανει κρίτσι-κρίτσι ανάμεσα στα δόντια,όταν λες "καλημέρα".
Η Μαρία "χρουτσου-χρουτσου" σκουπίζει τη σκηνή της!
Αυτό είναι!
"Δεν πα να 'μαι γκομενα;; Ειμαι κι απο σπίτι,ρε πούστη μου!Και κατέχω το νοικοκυριό!!"

Απ'την ταβέρνα του κάμπινγκ,ξυπνάμε και κοιμόμαστε με υπόκρουση πάντα Manu Chao.
"Hoy dia luna,dia pena,hoy me levanto sin razon..."
ή
"wellcome to Tijuana, tequila sexo y marijuana..."
Χωριάτικη και πατάτες τηγανητές το μεσημεριανό και μπάνιο στην Ιταλίδα,με πρόνοια ν'αποφυγουμε το Τζίμυ,τον body-painter, που δεν έχανε ευκαιρία να ζωγραφίσει τα βυζάκια των λουομένων-αφιλοκερδώς εννοείται!
Καλλιτέχνης ήταν ο άνθρωπος!
Τον ήλιο αδύνατον να τον αποφύγεις, σκιά πουθενά, το πασάλειμμα με το αντηλιακό κι αυτό σιγά-σιγά αποδεικνύεται μάταιο.
Οι γυμνές βουτιές! Τι γέλιο οι άσπροι πισινοί μας,σαν εφήμερα νησιά του τώρα,Ατλαντίδες του δευτερολέπτου,μην πω του κώλου!
Τι γέλιο...
Κι η καϊκάδα στο Κατω Κουφονήσι,βροχή στην ταβέρνα τα ρακόμελα,εμείς τρια κορίτσια σαν τα κρύα τα νερά(αλλά κι απο σπίτι,οπωσδήποτε!),το επίκεντρο μιας εικονικής παρτούζας,βροχή τα ρακόμελα,μα απ'τους πενηντάρηδες τους συνοδευόμενους,μα απ'τους ξέμπαρκους, μα απ'το σερβιτόρο ή απ'τους τριαντάρηδες δικηγόρους, εξ Αθηνών,όλως αλληγορικώς καθόμασταν στο υπερυψωμένο επίπεδο και τα ρακόμελα έρχονταν απο κάτω,όπως τα τριαντάφυλλα στις επι σκηνής πρωταγωνίστριες απο τους εν πλατεία θαυμαστας κι είχαμε σκάσει στα γέλια σηκώνοντας τα ποτήρια μας προς πάσαν κατεύθυνση,με πριγκηπική αυταρέσκεια!
Το καίκι το λέγαν "Μαριγώ" και στην επιστροφή μας πήγαινε,όλο ρακομελοκέφι,δεξιά κι αριστερά πέριξ των υφάλων ο καπετάνιος,extended sail version,κι ήμασταν όλοι ανέμελα διατεθιμένοι να πνιγούμε επι τόπου μες στη χαρά και μια έξαλλη πενηντάρα είχε αποθεωθεί στην πλώρη χορεύοντας τσιφτετέλι,ο καπετάνιος είχε βάλει και μουσική στη διαπασών στη μέση του μαυρου μεθυσμένου πελάγους,αληθινά κανείς δεν ανησυχουσε- ήταν κι η θάλασσα τόσο φιλικά διακείμενη,λάδι,δε σ'ένοιαζε καθόλου...
Α,τι γέλιο! Οι κρούσεις μες στο καίκι συνεχίζονταν κι οι ξέμπαρκοι πενηνταρηδες αναμετρώνταν με τους τριαντάρηδες δικηγόρους υπογείως και λεκτικώς,ενώ εμείς παντα Μαριες-Αντουανέτες απο σπίτι-μην ξεχνιόμαστε!
Μα τι δύναμη μπορεί να έχουν τα νιάτα των θήλεων που τους έχουν όλους κατα βάσιν χεσμένους...

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2010

Το ίδιο μέταλλο

Το ίδιο (πολύτιμο) μέταλλο στη φωνή μου φαίνεται πως ειχαν αυτές οι δυο μικρόσωμες γυναίκες,που η ζωή τους ξεκίνησε μέσα στην απόλυτη φτώχεια, με μια κάποια θητεία κι οι δυο στο τσίρκο,η μια λόγω πατρός κι η άλλη λόγω συζύγου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως και τις δυο θα τις αποκαλέσαν "πουτάνες",οι εκπρόσωποι των χρηστών ηθών.
Συνυπήρξαν στον κόσμο.Δεν ξέρω αν γνωριζε η μια την υπαρξη της άλλης.
Η μία έζησε στην Ελλάδα κι η άλλη στη Γαλλία.
Οι φωνές τους πάλλονται απ' την ωμή τους δύναμη,έχουν τη φωνή των ανθρώπων που δεν έζησαν τη ζωή τους ακαδημαικά,έχουν τη φωνή των ανθρώπων που παλέψαν,φώναξαν, έβρισαν,έκλαψαν,μαλλιοτραβήχτηκαν,τσάκισαν και τσακίστηκαν,γιαυτό,όπου σπάει αυτή η φωνή,θες σχεδόν να βάλεις τα κλάματα...


Ανταγωνιστικότητα


Δε βλέπω ειδήσεις. Εχει κουτσά-στραβά κανα μήνα που δε βλέπω πλέον ειδήσεις.
Πριν απο λίγο,ξεχάστηκα μπροστα στην τηλεόραση και ,κατα λαθος ,για δυο δευτερόλεπτα πήρε το ματι μου εναν ξένο ειδήμονα που πρόφερε με γερμανική μάλλον προφορά στ'αγγλικά τη λέξη "ανταγωνιστικότητα".
Έκλεισα πανικόβλητη τον ήχο και βγηκα στο μπαλκόνι μ'ενα σφίξιμο στο στομάχι και την ένοχη μόνιμη υποψία μου πως δεν ειμαι αρκετά ανταγωνιστική.
Όταν αρχίζω να σκέφτομαι τι κάνουν οι άλλοι που μπορεί να μην κάνω εγώ,αόριστα σύνδρομα ανεπάρκειας και κατωτερότητας με αρπάζουν απ'τα μαλλιά, τόσο αόριστα δε ειναι τα συνδρομα αυτά που δεν με βοηθουν καθόλου να οργανωθώ καλύτερα,να φιλοδοξώ κι άλλα,να οραματίζομαι περισσότερα κέρδη σε λιγότερο χρόνο.
Αντίθετα,όλη αυτή η ιδέα περι ανταγωνιστικότητας σκονταφτει πάνω στα αντι-ανταγωνιστικά μου ένστικτα και με κάνει να επιθυμώ βιβλικά ψυχοθεραπευτικά επαγγέλματα,όπως του Ιωσήφ,του ξυλουργού
Με σκέφτομαι να μη μιλάω σ'ανθρωπο ,να κόβω και να λαξευω αγογγυστα με τις ώρες κομμάτια ξύλου,να φτιάχνω τραπέζια,μπαούλα,καρέκλες, χωμένη σε ατέλειωτους σωρους απο ροκανίδια,χωρίς να με νοιαζει το κέρδος.
Αναχρονιστική κι εξιδανικευμένη εικόνα. Του καιρου του Ιωσήφ,ή ίσως μερικών δεκαετιών παραπίσω μόνο.
Θα μου πεις, τότε δε θα μουν ξυλουργος,το πολύ-πολύ να'μουν η γυναικα ενός, κι ετσι καλά θα'ταν,θα'χα-σ'αυτην την περίπτωση- έναν αντρα ήρεμο σαν τον Ιωσήφ και θα φρόντιζα να φέρνω νερό απο τη βρύση ,να μεγαλώνω τα παιδιά,να ταίζω τα ζώα,να οργωνω τα χωράφια,θα 'χα χίλιες-δυο πρακτικές έγνοιες που δε θα μ'αφήναν σταλιά χρόνο κι όμως όλος αυτός ο χρόνος θα'ταν στα αλήθεια καταμερισμένος στις αναγκες μου τις πραγματικές. Να φτιάξω αυτό που θα φαω,να προνοήσω για αυτό που θα φαω το χειμώνα,να φτιάξω αυτό που θα φορέσω.
Αυτη ήταν μάλλον η αγωνιστικότητα.
Τωρα το μέτρο της επιτυχίας ειναι τα λεφτά. Να κανεις το ίδιο πραγμα συνεχώς, μια όσο πιο εξειδικευμένη μορφή-ανταγωνιστικότητα γαρ-να δημιουργεί ο καθένας μας με την εργασία του όλο και περισσότερες τεχνητες ανάγκες στους άλλους για να πουλήσει την εξειδικευμένη του δεινότητα ακριβά,να βγάλουμε λεφτά κι άλλα κι άλλα κι άλλα,να παν να γαμηθουν όσοι άχρηστοι δεν τα βγαζουν πέρα,τι μας νοιάζει;
Μόνο να διασφαλιστουμε απ΄την εγκληματικότητα,να κανουμε οχυρωματικά έργα,πορτες-κλειδαριες ασφαλειας συναγερμους,θυροτηλεοράσεις,κάμερες...
Δεν έχουν πολύ λογικό ειρμό αυτά που γράφω.
Θα επιβιώσω κι έτσι όπως έχει ο κόσμος φανταζομαι,αλλά δεν μου κανει αυτό το κινητρο της ανταγωνιστικότητας.
Καθόλου.
Μπορει σ'αλλους να ταιριάζει μια χαρά.
Αλλά καμιά φορά σκέφτομαι πως αν με πετουσαν τώρα δα σ'ενα ερημονήσι,θα μουν απ'αυτους που θα καταφερναν να φτιαξουν μια καλύβα,θα βρίσκαν εναν τρόπο ν'ανάψουν μια φωτιά,θα τα βγαζαν πέρα με τα φίδια και τα θηρία και θα έβρισκαν κάτι να φαν, επιστρατευοντας ολοκληρη αυτη τη θαυμαστη ποικιλία της ανθρώπινης εφευρετικότητας και του πρακτικού πνευματος και σκέφτομαι τι κρίμα που είναι να αισθανομαι υποχρεωμένη-η γαμημένη ανταγωνιστικότητα ένεκα-να γίνομαι όλο και πιο μονοδιάστατη,όλο και πιο στεγνή,όλο και πιο ταυτισμένη με μια και μόνο ιδιότητα...

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2010

Σεφέρης-σύντομη επίσκεψη

ΚΙΧΛΗ
Απόσπασμα από το "φως"
"Τραγούδησε μικρή Αντιγόνη,τραγούδησε,τραγούδησε...
δε σου μιλώ για περασμένα, μιλώ για την αγάπη΄
στόλισε τα μαλλιά σου με τ' αγκάθια του ήλιου,
σκοτεινή κοπέλα΄
η καρδιά του Σκορπιού βασίλεψε,
ο τύραννος μέσα απ' τον άνθρωπο έχει φύγει,
κι όλες οι κόρες του πόντου,Νηρηίδες,Γραίες
τρέχουν στα λαμπυρίσματα της αναδυομένης΄
όποιος ποτέ του δεν αγάπησε θ' αγαπήσει,
στο φως΄
και είσαι
σ' ένα μεγάλο σπίτι με πολλά παράθυρα ανοιχτά
τρέχοντας από κάμαρα σε κάμαρα,δεν ξέροντας από που
να κοιτάξεις πρώτα,
γιατί θα φύγουν τα πεύκα και τα καθρεφτισμένα βουνά
και το τιτιβισμα των πουλιών
θ' αδειάσει η θάλασσα,θρυμματισμένο γυαλί, απο βοριά
και νότο
θ' αδειάσουν τα μάτια σου απ' το φως της μέρας
πως σταματούν ξαφνικά κι όλα μαζί τα τζιτζίκια."

Σάββατο 31 Ιουλίου 2010

Living on the edge of the night,ρεεεεε!!!!!!!!!

2010,Λευκάδα,
Αν μπορείς στα 34 να κανεις διακοπές με την ψυχολογία ενός βλαμμένου 18χρονου,τα πράγματα είναι ελπιδοφόρα...
Αν εχεις κανει κοιλιακούς απο το γέλιο κι αν τρεις άνθρωποι που μπορεί να έχουν ζήσει την εφηβεία τους με δυσανάλογη προς την ηλικία τους βαρύτητα,μπορουν να γραψουν κάθε έννοια καθωσπρεπισμου εκει που της αξίζει και να αφιερωθούν πέντε μέρες με όλη τους την καρδιά στην ηθελημένη ελαφρότητα,στη σχιζοφρενεια και στο συνδρομο Τουρέ,πετώντας κάθε βαρίδιο στη θάλασσα,λιώνοντας κάθε τυψη κάτω απ'τον ηλιο και νιώθοντας μεταξύ τους φυσική αλληλεγγύη,οι φόβοι είναι λιγότεροι και το καλοκαίρι γινεται ο τόπος και το σημείο αναφοράς της ανεμελιάς και της αβίαστης χαράς.
Αυτό που θα'πρεπε απο πάντα να'ναι,αλλά δεν ήταν τόσο αυτονόητο...
Βασούλα και Γιώτα,σας ευχαριστώ τόοοοοοοσο πολύ!!!

Κυριακή 25 Ιουλίου 2010

2007

Ένα καλοκαίρι γεμάτο μπύρες/ίσως υπερβολικά πολλές σε ημερήσια διάταξη.
Γεμάτο ακούσιες κι εκούσιες συνευρέσεις.
Γεμάτο υποσχέσεις μιας εκ νέου αθωότητας.
Ή ίσως το χρονικό ενός συντελεσμένου συμβιβασμού.
Κρατώντας την αναπνοή μου ή βρίζοντας...
Ένα καλοκαίρι επίγνωσης και διονυσιακής αγνωσίας.
Να 'ναι καλά η Μαρία,απ'την Αθήνα.
Μου έδωσε το ακριβές του στίγμα,χωρίς να το ξέρει...
Παραξενο καλοκαίρι.
Πρώτα Βερολίνο μετά απο πολλά χρόνια τον Ιούνιο κι έπειτα Γκαίτεμποργκ,βροχή και μεθυσμένοι σκανδιναβοι/στη στάση του λεωφορείου τρεις η ώρα ξημέρωνε/παραξενο/πριν απο αυτό η καημενη η Μαρία με σήκωνε απ'τα γρασίδια λιώμα να πάρουμε το λεωφορείο απ΄το Friedrichshain για Prenzlauerberg/παραήπια μαυρες μπύρες/Koestrizer νομίζω,αλλά δε μ'ένοιαζε καθόλου/καημένη Μαρία μου,συγνώμη,δε σε πείραζε και πολύ/ένα κράμα χαράς και πικρής νοσταλγίας/με κουβάλησες σχεδόν,αλλά ήταν τόσο καλά στη Boxhagenet Strasse που μιλούσα πάλι γερμανικά κι έλεγα πως η Κυριακή είναι μια παγκοσμίως αναγνωρίσιμη μέρα -η θλίψη ένεκα...
Μετά απ'το Γκαιτεμποργκ πηρα λεωφορείο πάλι για το Βερολίνο,αφού περάσαμε τη γέφυρα κι αφού ανεβήκαμε στο καράβι,πάλι βρέθηκα το ξημέρωμα στο Βερολίνο και πάλι σκέφτηκα τα "φτερα του έρωτα" και γύρισα πισω κι έπειτα στο Γυθειο το γυμνο μας νυχτερινο μπάνιο με τον Παναγιώτη και τη Χριστίνα και πάντα οι Βeirut με το elephant gun.
Αυτό ήταν το soundtrack εκείνου του καλοκαιριού,με μια εσάνς θλίψης κι ορμής και νοσταλγίας...

wild is the wind

Υποτροπή.
Χίλια εννιακόσια ενενήντα οχτώ.
Χίος.
Ξημέρωμα.
ΤΩΡΑ:
Αμηχανη συνάντηση.
"Σε σκέφτομαι καμιά φορά"
Απαντηση:"Κι εγω σε σκέφτομαι καμια φορά"
"Παρε κανα τηλέφωνο"
Παύση.
Γουατ εμ αι σαπόουζντ του σέυ;
"Καλά,δεν το λέω για να το κάνεις...Μην παιρνεις.Κάνε ό,τι θες..."
Όλα αυτά...Τόσα μίλια μακρυά...
Δε θα πάρω...
Ουτε κι εσύ.
Δε θα πάρω,ευχαριστώ.
Αναρωτιέμαι μόνο τι να σκέφτεσαι...Τι να κρατάς απο μένα.
Ούτε που μπορώ να φανταστώ.
Μόνο μια πίκρα,ένεκα η παρελθοντολαγνεία,ένεκα το ενεπίδοτο ενός τέτοιου έρωτα.
Η ουσία ειναι μία:
Αφενός χέστηκα κι αφ'ετέρου δεν υπάρχει αθανασία.


Χιος χίλιαενιακόσια ενενήντα οχτώ।

Ξημέρωμα।

Πίνω την τελευταία μπύρα και ξεκινώ για Μαυρα Βόλια।

Στο δρόμο τραγουδάω δυνατά,ξελαρυγγίζομαι,πάνω στο άθλιο αγαπημένο μου μηχανάκι,μόνη,ολομόναχη,τραγουδάω το empty,απο τους crannberries/empty/of/my/dreams/its/sadder/than/it/seems/emptyyyyy/emptyyyy...
ΤΩΡΑ:
Τι γλυκια αυτή η γυμνη πλάτη δίπλα μου...
Την κοιτάω και νιώθω τυχερή.Περιμενω ποτε θα γυρίσει προς τα δεξιά...Να χωθεί κοντά μου.Στην αριστερή πλευρά του λαιμού μου.

Χιος.
Ο Σταματης με βουτάει και με σηκώνει ψηλά.
Θα'θελε να με παντρευτεί.
Η αδερφή μου κλαίει πριν φύγω.Ειναι αστείο.Κλαίμε οι τρεις μας στη "Φαιδρα".
Και κανείς μας δεν ξέρει ακριβώς γιατί.
Θέλει να μου πει κάτι.
Δεν ξέρει κι αυτή τι.
Ίσως ότι ειμαστε δυο διαφορετικοί άνθρωποι απ΄τον ίδιο μπαμπά και την ίδια μαμά.
Ή ίσως θέλει να μου πει,"don't be so sad..."

Το soundtrack δεν ήταν αυτό,
όμως τώρα αυτό θα έβαζα.
Tom Waits...



Σάββατο 17 Ιουλίου 2010

Ιουλίου λόγος...


Τα καλοκαίρια της κρυφά καταθλιπτικής μαζοχιστικής μου νιότης τα περνουσα περιφέροντας μαζί μου ως φετιχ τα δωρικά άπαντα του Σεφέρη.
Σαν να 'θελα να μου υπενθυμίζω πως "πηραμε τη ζωή μας λάθος",σαν να'θελα να μου επισημάνω τον ιερό κινδυνο του αμετάκλητου: "πως σταματουν ξαφνικά κι όλα μαζί τα τζίτζίκια..."
Να μου υπενθυμίζω το βάρος του κόσμου.Το βάρος του εαυτού μου.
Συχνα νοσταλγώ αυτήν την εποχή.Δεν ήταν αφέλής ακριβώς.Θα 'ταν ψέμμα να τη βαφτίσω έτσι. Τη σκέφτομαι σαν τα χρόνια της αθωότητας. Δεν ξέρω πως να την ονομάσω.
Αθωότητα τη λέω με την έννοια πως όταν εισαι ανυποψίαστος κι άπειρος ακόμη έχεις αυτην την απρονοησία,αυτην την προθυμία να παραδίδεσαι στη θλίψη ανεπιφύλακτα,όπως εισαι απολύτως πρόθυμος(εγώ τουλάχιστον ημουν)να εκχωρήσεις ανεπιφύλακτα όλο σου το ειναι στον πρώτο σου έρωτα με την απόλυτη πιστη του "για πάντα".
Μακρές οι ματαιώσεις...
Κρατησαν πολλά καλοκαίρια που ήταν σκληρά,ενώ υπο όποια συνθήκη έκανα αγογγυστα το χρέος μου προσπαθώντας να υπηρετήσω αυτό το πιστό και πείσμον "για πάντα".
Χωρίς πολλά ρούχα,κάτω απο τον αδυσώπητο ήλιο,μέσα σε μια περιρρέουσα υποχρεωτική περίπου θερινή ευθυμία,κρατιόμουν σφιχτά απ'τα δωρικά απαντα του Σεφέρη για να σωθώ.
Δεν είχα ψυχοθεραπευτή,οι κρυφές μου σκέψεις ήταν ανομολόγητες,η ατολμία μου παροιμιώδης,κρατουσα λοιπον τα άπαντα του Σεφερη σαν να κρατούσα το χέρι του πατέρα μου...
Πολλά χρόνια αργότερα μέσα στο βαθύ και μακρύ χειμώνα του Βερολίνου,ψάχνοντας ανεπιτυχώς να βρω ένα σιντι του Χατζηδάκι αναμεσα σε πολλά έργα του Θεοδωρακη,έπεσα πανω σ'ένα σιντι της Αγγελικής Ιονάτου που λεγοταν Parole de juillet.
Έτσι,λέξη προς λέξη διάβασα κι άκουσα για πρώτη φορά με άδειο απο προκαταλήψεις μυαλό τον Ελύτη.
Έκτοτε αποχωρίστηκα τον πολύπαθο τόμο του Σεφέρη όπως και πολλά άλλα παλιά κομμάτια του εαυτού μου και συχνα σκέφτομαι αυτην την πρώτη φράση: "Μετρημενο τόπο έχουν οι άνθρωποι και στα πουλιά δοσμένος είναι ο ίδιος αλλά απέραντος",νιώθοντας όμως περισσότερο πουλί παρά άνθρωπος που παει να πει πως μάλλον αποχωρίστηκα το δωρικό βάρος του κόσμου,ή μπορεί κιόλας να πει πως πάλι επιχειρώ να διαφύγω απ'τα ανθρώπινα,δια της άρνησης της βαρυτητας...


ΙΟΥΛΙΟΥ ΛΟΓΟΣ

Μετρημένο τόπο έχουν οί άνθρωποι

Και στα πουλιά δοσμένος είναι ό ίδιος άλλ'

Απέραντος!

Απέραντος ό κήπος δπου μόλις άπο-

Χωρισμένος άπ'τόν (πριν και πάλι μεταμφιεσμένος μου αγγιχτεί)
Θάνατο, έπαιζα και μου έφταναν εύκολα όλα έως την άπαλάμη



Ό ιππόκαμπος κείνος! Και της φυσαλίδας τσιούπ το σπάσιμο!
Του βατόμουρου το βαποράκι μες στα βαθιά των φυλλωμάτων
Ρεύματα! Κι ό πρωραίος ιστός όλο σημαίες!



Τί τώρα μου ήρθαν. Άλλα σαν χθες υπήρξα

Κι υστέρα ή μακριά μακριά ζωή των αγνώστων ή άγνωστη

Έστω. Και μόνο να τα λες ώραία ξοδεύεσαι όπως του νερού ή ροή
Πού ψυχή την ψυχή δένει τις αποστάσεις
Κι από 'να σ' άλλον Γαλαξία βρίσκεσαι να σχοινοβατείς

Ενώ κάτω άπ'τά πόδια σου βοούν τα βάραθρα. Κι ή φτάνεις ή όχι



"Αχ αχνά σχεδιασμένες πάνω στα σεντόνια μου πρώτες ορμές.

Θήλεις άγγελοι

Πού από ψηλά μου ένεύατε άφοβα να προχωρώ μες στα όλα
Μιας πού κι από το παράθυρο να πέσω, ή θάλασσα
Πάλι θα μου κάνει το άλογο

Το πελώριο καρπούζι δπου κάποτε ανίδεος έκατοίκησα
Κι οί μικρές εκείνες παρακόρες, το μαλλί τους λυτό πού
Με τη νοημοσύνη ανέμου γνώριζε να ξετυλίγεται πάνω από

τις καμινάδες!

Τέτοια του κίτρινου στα μπλε αρμοσιά πού αλήθεια να σαστίζεις
Και γραφές πουλιών πού ό άνεμος τις μπάζει άπ'τό παράθυρο
Την ώρα πού κοιμάσαι και παρακολουθείς τα μέλλοντα

Ξέρει ό ήλιος. Κατεβαίνει μέσα σου να δει. Επειδή τ'απέξω
Είναι καθρέφτης. Μες στο σώμα ή φύση κατοικεί κι από κει

εκδικείται

"Οπως σε μιαν αγριότητα ιερή σαν του Λέοντα ή του Αναχωρητή
Το δικό σου λουλούδι φυτρώνει

πού το λένε Σκέψη

("Αλλο αν, και μελετώντας, πάλι βγήκα εκεί
Πού το κολύμπι μ' έβγαζε άπ' ανέκαθεν)



Μετρημένο τόπο έχουν οι σοφοί
Και στα παιδιά δοσμένος είναι ό ίδιος άλλ'
Απέραντος!

Απέραντος ό θάνατος δίχως μήνες κι αιώνες
Τρόπος κι εκεί να ενηλικιωθείς κανένας· ώστε
Στίς ίδιες κάμαρες ξανά στους ίδιους κήπους θα γυρνάς
Κρατώντας το τζιτζίκι πού είναι ό Δίας και πάει από 'να
Σ' άλλον Γαλαξία τα καλοκαίρια του.