Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Λουλουδάκι


" Είτε βραδιάζει, είτε φέγγει μένει λευκό το γιασεμί"
κι ό,τι κι αν σου είπα,εξίσου σ'εμένα το απευθύνω...







Κυριακή 14 Απριλίου 2013

The burial of the dead


Frisch weht der Wind
der Heimat zu.
mein Irisch Kind,
wo weilest du?

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

Ο ιδιωτικός μας βίος


Μέγα το μυστήριο αυτών που αναδεύονται μέσα σου,όταν η άμυνα του αυτονόητου κοιμάται.
Όταν κοιτάζουν μάτια με καθαρό ασπράδι τα σπασμένα κόκκινα αγγεία στα δικά σου μάτια.


 


Το adagietto του Mahler στο σαλόνι.
Ατέλειωτες ώρες στο μπαλκόνι της βροχής.
Τα ματαιωμένα ταξίδια κι οι λεκέδες από Limoncello στο τραπέζι.
Μ'αρέσαν αυτοί οι λεκέδες. Στο είπα;
Και μ'αρέσει που φαλτσάρει η φωνή σου.
Και θα'θελα να σε προσέχω όλο το βράδυ.
Αλήθεια.
Το ξέρω πως ήπιες πολύ.
Μη μου κακιώνεις.
Θα'θελα να σου χαϊδεύω το μέτωπο μέχρι να ξεχαστείς,μα πρέπει να κοιμηθώ,γιατί αύριο δουλεύω και στη δουλειά μου δεν επιτρέπεται το τρέμουλο.
Το τρέμουλο στα χέρια,εννοώ.
Πρέπει να καταλάβεις πως υπἀρχουν και θέματα πρακτικά...
Η δουλειά.
Έχω ενηλικιωθεί απ'αυτήν την άποψη πια και δεν μπορώ να κάνω αλλιώς.
Εσύ μην κάνεις το ίδιο,αν δεν είναι απαραίτητο.
Αν μπορείς, καλύτερα μην το κάνεις.
Ο ιδιωτικός μας βίος.

Στους κοντινούς μου ανθρώπους προκαλώ την αμηχανία που έχω μέσα μου.
Ξέρεις.Η σάλα με τους καθρέφτες.
Καθένας ολομόναχος με τα πολλαπλά του είδωλα.

Τι κάνεις;
Εγώ προετοιμάζομαι.
Έτσι νομίζω πως πρέπει να γίνει.
Αν και σκέφτομαι -με αφορμή το adagietto-πως μπορεί στο ενδιάμεσο να πεθάνω ανύποπτα στη βάρκα μου κοιτώντας σε από μακρυά.

Σε βλέπω παντού και χαζεύω απ'το παράθυρο το άσπρο των ματιών σου με τις ώρες.

Δευτέρα 1 Απριλίου 2013

ΠΡΩΤΑΠΡΙΛΙΑ


Σήμερα ήρθε η άνοιξη.
Τεντώθηκε η μέρα-άλλαξε η ώρα προς το συμφέρον της-βγήκε ο ήλιος και ζέστανε.
Όμως εγώ μελαγχόλησα πολύ,όπως μελαγχολεί κανείς όταν κάθεται μόνος το σούρουπο στο μπαλκόνι κι ακούει τα χελιδόνια να ανακρώζουν το τέλειωμα της μέρας.
Σε σκέφτηκα στο σπίτι σου. Πήρα κι ένα Johnnie για να το βλέπω πάνω στο τραπέζι μου όπως θα
τό 'βλεπα πάνω στο δικό σου τραπέζι και σε βλέπω να κάθεσαι σπίτι σου,όπως κάθομαι κι εγώ στο δικό μου.
Σε βλέπω σαν μια κάμερα. Βλέπω το φως να λιγοστεύει απ'έξω,ξέρω το φως που έχεις μέσα.
Και κάθεσαι μόνος σου. Στο μυαλό μου.
Μ'ένα σωρό πράγματα στο μυαλὀ.Κι άμα σε πάρω-άμα ήσουν εκεί όντως κι όχι μόνο στο μυαλό μου-σήμερα θα μου μιλούσες με τη σπασμένη σου φωνή...
Με τη θλίψη σου στις παύσεις. Με τη γλυκιά σου φωνή που υπάρχει μόνο στο μυαλό μου τώρα και σήμερα λέει:
  "Δεν ξέρω,Ρινούλα...Ίσως να θέλαμε πάντα να διαφεύγουμε...Ίσως είχαμε τους τρόπους να το κάνουμε... Ίσως να μη θέλαμε να προσαρμοστούμε...Όμως,δεν το θελήσαμε; Ή δεν το μπορέσαμε;
Δεν ξέρω..."
Έτσι λέει. Στο πρώτο πληθυντικό πάντα. Αλλά στο μυαλό μου.
Γιατί στην πραγματικότητα υπάρχει μόνο ο ενικός.
(Άλλα όπως θά'λεγες σίγουρα κι εσύ και θ'αρχίζαμε άλλη κουβέντα μιαν άλλη φορά
"Ποια είναι η πραγματικότητα,τελικα;")