Τρίτη 20 Απριλίου 2010

Περίπτερα πτερόεντα


"Λέγε!", μου είπε εξουσιαστικά η περιπτερού,περίπου σαν διοικητής αστυνομικου τμηματος προς σεσημασμένη κομμουνίστρια επί χούντας,αφού πέρασε απο πίσω μου για να μπει στο κουβούκλιό της.
Πρωτη φορά σταματούσα σ'αυτο το περίπτερο.Πρωτη φορά την έβλεπα.
"Μήπως θα με δείρετε κιόλας;",ρώτησα,χωρίς κανέναν εκνευρισμό. Και πρόσθεσα:"ένα κάμελ μπλέ μαλακό" Περιέργως,μίλησα,χωρίς να προλάβω να σκεφτώ.Θαύμα!Θαύμα!
"Όχι!Γιατί να σε δείρω;" αναδιπλώθηκε και πρόσθεσε "ειμαι εκνευρισμένη με την κόρη μου που δε στερεωσε καλά το στόρι μπροστά και τρίζει.Λοιπον,τι είπες ότι θέλετε;"
(Ναι,ακριβώς έτσι!)
Ήθελα να της πω "χέστηκα!",αλλά αυτή τη φορά πρόλαβα να σκεφτώ πως δεν ήταν ευγενικό κι έτσι απλώς επανέλαβα: "ενα καμελ μπλε μαλακό". Συνήθως όταν μου δινουν κάτι λέω ευχαριστώ. Αλλά δεν είπα. Και μου είπε αυτή.Φαντάζομαι συνήθως δε θα λέει...

Τώρα,επειδή μου τελείωσε η μπύρα και θέλω να πιω άλλη μια,θα κατεβω κάτω,θα μπω στο αυτοκίνητο και θα πάω στον αγαπημένο μου περιπτερά που κάθε μας συνάντηση έχει πλατειά χαμογελα και πάντα,μα πάντα, τη θεατρική εισαγωγική στιχομυθία:
"Γεια σας,καλέ μου κύριε!"
"Καλώς την καλή κυρία!"
Και θα χαρώ πάλι που ειναι τόσο συμπαθητικός άνθρωπος αυτός ο περιπτεράς μου!

Δευτέρα 5 Απριλίου 2010

Λαμπρά!


Όταν ήμουν μικρή η μαμά με πήγαινε τη Μεγάλη Εβδομάδα στο εκκλησάκι της Παναγίας της Λαοδηγήτριας που ήταν μικρό και υπόγειο κι εγω καθόμουν με μεγάλη ευσέβεια πλάι της φρόνιμα προσηλωμένη στα κεριά. Ημουν πολύ φρόνιμη μικρή.Με κρυφά γονίδια ζαβολιάς βεβαια,αλλά τύποις φρόνιμη,διότι επί φρονιμάδας η μαμά με κοιτούσε με το πολύ γλυκό της βλέμμα,το σχεδόν ερωτικό κι ένιωθα σπουδαία...
Αυτό το βλέμμα της μαμάς με καταδιώκει έκτοτε. Το γλυκό βλέμμα της μαμάς που όταν ήταν γλυκιά ήταν πολύ γλυκιά,το γλυκό βλέμμα της μαμάς που όταν ηταν χαμένη στη νοσταλγία ή τη φούρια της δε με έβλεπε καθόλου.
Ό,τι κι αν έκανα έκτοτε δεν ήταν παρα η προέκταση των προσπαθειών μου να δω αυτό το βλέμμα στα μάτια των ανθρώπων που ερωτευτηκα και που είχαν ένα κομματακι καθένας απο το παζλ των βλεμματων της μαμάς, που ίσως μια μονάχα φορά να ειδα στα μάτια τους αυτό το ίδιο βλέμμα ή την υπόσχεση ενός τετοιου βλέμματος,αυτό το βλέμμα τους αθώωνε πάντα ακόμη και για τη μεγαλύτερη σκληρότητα που μπορεί να μου'χαν δειξει,όπως ακριβώς αθώωνε τη μαμά για κάθε της παράβλεψη και για κάθε τρικλοποδιά. Τους έκανε αθώους ή όταν αποδεικνύονταν ένοχοι,ένοχους εξ αμελείας.
Μπορεί αυτό να'ταν το "δούρειο δώρο" της μαμάς.
Η πίστη στην αγάπη και την ανιδιοτέλειά της.
Ύστερα ήρθαν οι μέλισσες...
Οι ψυχοθεραπευτικές αποδομησεις αυτών που ήξερα για αληθινά.
Οι προσγειώσεις επι "υγιούς εδάφους",οι κυνικές συνειδητοποιήσεις για τη φύση της αγάπης που βρωμάει ιδιοτελεια και χειρισμό ευαγγελιζόμενη τα υψηλότερα των κινήτρων. Η αγάπη που ειναι απάτη.Η μητρική αγάπη που ειναι μεγάλη κομπίνα. Κι η αποσύνδεση απο τη μαμά.Η ψυχική αποσύνδεση.
Λίγο αργότερα η έγνοια για τις κρέμες που καταπολεμουν τα πρώτα σημάδια του γήρατος. Η συνειδητοποίηση ότι οι δυνατότητες δεν ειναι τόσο δυνατές πια,αλλά ξεφτίζουν κατω απ'τη σκονη του χρόνου και τα ίχνη τους σβήνουν σιωπηλά πίσω σου, εκεί που κάποτε κοντοστάθηκες σε σταυροδρόμια,εκεί που ξεκαλοκαιριαζες μεσα στα αθώα σου σορτσάκια τα ποτισμένα αλάτι απ'τον άνέμελο παιδικό σου ιδρώτα.
Βλέπεις τους παντοδύναμους να γερνάνε μέσα σε αδύναμα σαρκία,βλέπεις την προβολή του εαυτού σου στη θέση τους,καταλαβαινεις πιο πολλά απο την πρακτική φύση των πραγμάτων,με δυο λόγια μεγαλώνεις...
Και τώρα,τι;
Δε θες να γίνεις σαν τη μαμά σου κι ούτε πια ψάχνεις το βλέμμα της.
Και τώρα,τι;
Τι μπορείς να γίνεις;
Και τι,τώρα,ψάχνεις;;
Και πόσο πιο πέρα απ'το οικείο μπορείς να κινηθεις;;;